@Gmail
@Our magic bus
@Twitter

Previous Posts

Archives

Wednesday, November 30, 2005

Subject

Κι εκεί που διάβαζα το προχθεσινό ποστ του αγαπητού Drskafida και είχα ξεκινήσει να αφήσω το σχόλιό μου, συνειδητοποίησα (για άλλη μία φορά) ότι το παράκανα με την πολυλογία μου και ήρθα στο σπίτι μου να μονολογήσω...

Η ιστορία του Skafida μου έφερε ολοζώντανα στο μυαλό μου ένα παρόμοιο, αλλά άκρως επιτηδευμένο όπως θα δεις κι εσύ, περιστατικό.

Κάποτε λοιπόν, τω καιρώ του ενός ξένου στην Α1, όταν ήμουν ακόμα παιδούλα κι άκουγα Elvis, πήρα μέρος σε ένα πείραμα που έκανε το τμήμα της ψυχολογίας στη σχολή μου. Αν θυμάμαι καλά το συγκεκριμένο course είχε όνομα "Behavioral Psychology" και ήταν από τα must των σπουδαστών που ήθελαν να ακολουθήσουν την επιστήμη της Ψυχολογίας. Οι επίδοξοι ψυχολόγοι-σπουδαστές χωρίζονταν σε ομάδες και περνούσαν στην πρακτική εφαρμογή ενός πειράματος, το οποίο συνιστούσε και την ουσία του συγκεκριμένου course.

Στο πείραμα αυτό έπαιρναν μέρος 5 άνθρωποι, ως επί το πλείστον σπουδαστές. Οι 4 από αυτούς ήταν -είμασταν- "μιλημένοι". Σε συνενόηση με τους οργανωτές του πειράματος έπρεπε και οι τέσσερις ταυτόχρονα, να δείξουμε μία συγκεκριμένη συμπεριφορά σε μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Ο πέμπτος κακομοίρης που αποτελούσε και το subject του πειράματος (σύμφωνα με την επίσημη ορολογία), ήταν τελικώς και το ζουμί της υπόθεσης, ο κεντρικός αριθμός των στατιστικών, ο ανυποψίαστος πρωταγωνιστής της μικρής εκείνης θεατρικής παράστασης. Η συμπεριφορά αυτού του πέμπτου πειραματόζωου (όπως αυτο-αποκαλούμασταν), ελεγχόμενη ή μη, ήταν αυτή που θα καταγραφόταν στα πρακτικά της φιλόδοξης ομάδας των ψυχολόγων φίλων μας.

Μας αράδιαζαν σε μία αίθουσα εφοδιασμένη με όλα τα απαραίτητα: βίντεο, τηλεόραση, ραδιοκασσετόφωνο, και έναν καθρέφτη από την εσωτερική πλευρά του οποίου τα φιλαράκια μας κάθονταν και παρατηρούσαν την συμπεριφορά και τις αντιδράσεις του πέμπτου ανθρώπου, κατά την χρονική στιγμή που τους ενδιέφερε - να δεις που τελικά, η ιδέα του Big Brother δεν είναι τίποτε άλλο παρά η εκδίκηση των subjects. Η χρονική αυτή στιγμή λοιπόν, ήταν η διάσημη σκηνή του Ελαφοκυνηγού με τη ρώσικη ρουλέτα. Ναι, καλά το διάβασες, μαζευόμασταν όλοι μέσα σε εκείνη την αίθουσα και βλέπαμε μεμονωμένες σκηνές από ταινίες, επιλογή των σκηνοθετών-ψυχολόγων μας. Κατά τη διάρκεια όλης αυτής της σκηνής λοιπόν, οι τέσσερις έπρεπε να γελάμε και να ευθυμούμε χωρίς να ρίχνουμε την παραμικρή πλάγια ματιά μεταξύ μας, και χωρίς βέβαια να μετατρέψουμε την όλη υπόθεση σε τσίρκο. Όταν οι φίλοι μου μού είχαν εξηγήσει το πείραμα και τον ρόλο που έπρεπε να παίξω σ' αυτό, θυμάμαι είχα ρίξει πολύ γέλιο με τις βλέψεις τους.

"Πάτε καλά ρε; Δεν υπάρχει περίπτωση να γελάσει άνθρωπος σ' αυτή τη σκηνή... Δε βρίσκετε να κάνετε κανένα άλλο πείραμα περί ελεγχόμενης ορέξεως, μπας και φάμε τίποτα;"

Κι όμως... διαψεύσθηκα πανηγυρικότατα. Ναι, υπήρχαν άτομα που γέλασαν με μία τόσο δυνατή σκηνή, όσο αυτή του Ελαφοκυνηγού. Η συμπεριφορά τους έγινε παιχνιδάκι στα χέρια τεσσάρων μόνο ανθρώπων, τους οποίους ούτε καν γνώριζαν, με τους οποίους δεν είχαν ανταλλάξει ποτέ την παραμικρή κουβέντα και τους οποίους την επομένη ώρα από αυτή του πειράματος, πιθανότατα να μην ξαναέβλεπαν ποτέ μπροστά τους (αυτό ευχόμουν εγώ τουλάχιστον).

Βρήκα το όλο σκηνικό συγκλονιστικό για τα δικά μου -πολύ αφελή προφανώς- δεδομένα.

Και παρ' ότι το πείραμα γινόταν για καλό σκοπό, αποφάσισα να μαζέψω την ταραχή μου και να την κάνω με ελαφρά πηδηματάκια. Καλώς ή κακώς, δεν μπορούσα άλλο να βλέπω την προσωπικότητα ορισμένων ανθρώπων να γίνεται πλαστελίνη στα χέρια άλλων, και τα συναισθήματά τους να συνθλίβονται και να ξαναγεννιούνται με νέο, μεταλλαγμένο πρόσωπο. Μία εβδομάδα μετά, είπα ένα ψέμα στους φίλους κι έφυγα απο το πείραμα. Ηρέμησε το φυλλοκάρδι μου.

Υπήρχαν κι άλλες σκηνές, από κάποια άλλη ταινία που μας έβαζαν να δούμε. Εκείνες ήταν κωμικές. Και όπως μπορείς να φανταστείς, είχαμε εντολή να μην σκάει το χειλάκι μας προς μειδίαμα μεριά, ούτε χιλιοστό. Δεν θυμάμαι την ταινία. Θυμάμαι όμως, ότι σ' αυτήν την περίπτωση, ήταν ελάχιστα τα subjects που δεν γέλασαν.

Από τότε και στο εξής, είναι πολύ λίγες οι στιγμές που θα καταφέρω να φιμώσω την πιο πεισματάρα από τις φωνούλες που ακούω συνήθως μέσα μου, και μού 'χει γίνει στενός κορσές. Την ονομάζω Σάμπτζεκτ και παρ' ότι κάτι ώρες μου σπάει τα νεύρα, κατά βάθος την αγαπάω πολύ κι έχω μάθει με τον καιρό να την ακούω. Διαφορετικά, φοβάμαι πως είναι ικανή να μου βάζει να βλέπω στο repeat την σκηνή του Ελαφοκηνυγού, με ηχητική υπόκρουση το γέλιο της, μέχρι την ώρα που θα πεθάνω.

Κι εγώ δεν θέλω κάτι τέτοιο. Ολόκληρη τηλεόραση τί την έχω στο σπίτι άλλωστε; :-P

posted by mindstripper @ 11/30/2005 03:20:00 pm  | 11 Comments | 

Tuesday, November 29, 2005

Life

Baby,
life's what you make it
Can't escape it
Talk Talk



;-)

posted by mindstripper @ 11/29/2005 02:51:00 pm  | 15 Comments | 

Monday, November 28, 2005

Άψυχη ρομάντζα

Το παθαίνω σπάνια, αλλά θα ήθελα να μου συμβαίνει πιο συχνά.

Γιατί όσο γελοίο και να ακουστεί, εκείνη την ώρα νοιώθω τις αισθήσεις μου να λειτουργούν ανεξάρτητα από οποιοδήποτε εξωτερικό ερέθισμα και να κορυφώνονται με τρόπο περίεργο, να φιλτράρουν με αξιοθαύμαστη καθαρότητα την πληροφορία που έχουν επιλέξει και να της ζωγραφίζουν μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα ένα άκρως προσωπικό και απλοϊκό πορτρέτο.

Παρ' ότι γύρω μου υπάρχει κόσμος, παρ' ότι ακούω φωνές και κορναρίσματα, γέλια και κινητά να χτυπούν... για δευτερόλεπτα, εστιάζω το βλέμμα μου σε ένα σημείο άψυχο, που δεν είναι ανάγκη να είναι όμορφο, δεν είναι ανάγκη να μου θυμίζει κάτι, δεν είναι καν ανάγκη να διαφέρει με τον παραμικρό τρόπο, ως προς την παραμικρή τόση δα λεπτομέρεια από το κάθε τί που με περιστοιχίζει εκείνη τη στιγμή.

Θα το κοιτάξω, θα νοιώσω την μελαγχολία, την ασκήμια, την ουδετερότητα, την ποίηση να με διαπερνούν, θα επεξεργαστώ τις γωνίες και τις καμπύλες της μορφής του, την αντανάκλαση του φωτός επάνω του, θα εξετάσω τη στάση του στο χώρο, θα την συγκρίνω αυθόρμητα με την δική μου μορφή εκείνη τη χρονική στιγμή ή κάποια άλλη πέντε χρόνια πιο μετά... Ανεπαίσθητα μπορεί να χαμογελάσω και να σκεφτώ ότι η Ζώνη του Λυκόφωτος έχει αφήσει ανεξίτηλα τραύματα μέσα μου, αλλά θα συνεχίσω να κοιτάζω αχόρταγα την απλότητα του μικρού, θα έχω μαγνητιστεί από την τόσο όμορφη και μελωδική ακινησία του άψυχου.

Και μετά, μέσα σε ένα δευτερόλεπτο, θα βγω από την ύπνωση. Θα κοιτάξω δεξιά μου, αριστερά μου, ίσως και πίσω μου, και θα συνεχίσω αυτό που έκανα -ή δεν έκανα- λίγα λεπτά νωρίτερα. Οι αισθήσεις μου θα πέσουν σε λήθαργο ως δια μαγείας, το σώμα μου θα πάρει ξανά τον έλεγχο.

Θα μπω στο μετρό και θα φύγω.


posted by mindstripper @ 11/28/2005 02:30:00 am  | 19 Comments | 

Friday, November 25, 2005

Άσ' το παιδί να δει Πότερ...

Είδα χθες το Oliver Twist. Η ιστορία του μικρού αυτού ήρωα ανέκαθεν με γοήτευε και από τη στιγμή που είδα το όνομα του Roman Polanski σε σκηνοθεσία και παραγωγή, δεν υπήρχε περίπτωση να μην τρέξω στις αίθουσες να το δω με την πρώτη ευκαιρία.

Ωραία ταινία. Ωραίες ερμηνείες. Απίστευτοι πιτσιρικάδες, ήταν κι ένας που θα ορκιζόμουν ότι είναι ο λιλιπούτειος κλώνος του Robbie Williams (του θεού Robbie λέγω, τον οποίον αν δεν τον έχεις δει στο Live DVD του στο Albert Hall χάνεις κι ας μην είσαι fan του). Μεγάλη φάτσα ο μικρός. Ακόμη μεγαλύτερη ο πιτσιρικάς που έπαιζε τον Όλιβερ και μου έδινε την εντύπωση ότι ήταν κομμένος και ραμμένος γι αυτόν το ρόλο. Αλλά για τον Ben Kingsley, τί να πει κανείς... Η τελευταία σκηνή του έργου του ανήκε ολοκληρωτικά, μία πολύ δυνατή, πολύ συγκινητική σκηνή (δεν το συζητάμε ότι εγώ κρατήθηκα όσο μπορούσα αλλά τελικά έβαλα τα κλάμματα - surprise, surprise). Τελικώς μπορώ να πω ότι από αυτήν τη μεταφορά του Όλιβερ Τουιστ στην μεγάλη οθόνη, η δική του μορφή, ανάμεσα σ' όλες τις υπόλοιπες, είναι αυτή που χαράχτηκε πιο βαθυά μέσα μου.

Στην αίθουσα είμασταν 7 άτομα όλοι κι όλοι. Οι δύο είμασταν ενήλικες (λέμε τώρα...). Τα άλλα 5 ήταν πιτσιρίκια ηλικίας γύρω στα 11-12, τα οποία παρεβρίσκονταν μόνα τους εκεί και καταριόνταν τη μοίρα τους που οι μεγάλοι δεν τους άφησαν να πάνε να δούνε το καινούργιο Χάρυ Πότερ. Απ' όλη την αίθουσα λοιπόν, καθόμασταν και οι 7 στην πίσω σειρά, δίπλα-δίπλα, σαν μία ευτυχισμένη οικογένεια. Όχι, μη χαμογελάς. Μη χαμογελάς, γιατί δεν κάτσαμε έτσι για οποιονδήποτε τυχαίο λόγο. Το απέφευγα από την ώρα που ξεκίνησα ετούτο το ποστ, αλλά δεν μπορώ, με πνίγει αυτή η τσιριχτή, καραφάλτσα φωνούλα μέσα μου όπως έπνιγε και το Γκόλουμ εκείνος ο παλιόβηχάς του... Θα το 'μολογήσω το σκασμένο...

Με το που μπήκαμε στον κινηματογράφο αντρικρύσαμε τα μικρά να κάθονται στις θέσεις μας.
Τελευταία σειρά, κέντρο.
Και ναι, ξέρω τί σκέφτεσαι τώρα...

"Δεν πιστεύω να τα σηκώσανε οι γάιδαροι τα παιδιά για να κάτσουν αυτοί..."

Νεχμ...

Ε, τα σηκώσαμε, τί να κάνουμε δηλαδή;
Θα παθαίνανε τίποτα να κάθονταν παραδίπλα;
Αφού εμείς πήγαμε στο ταμείο και ζητήσαμε τέρμα πίσω, νταν κέντρο, πρώτοι.
Αφού εμείς το δηλώσαμε στο ταμείο αφού...

Με φάγανε οι τύψεις για τα πρώτα είκοσι λεπτά της ταινίας. Ο ένας πιτσιρικάς, ο πιο μικρός, είχε μείνει να κάθεται αριστερά μου, χωριστά από τους άλλους φίλους του, με αγκαλιά το pop-corn και την coca-cola του. Έτρωγε, έβλεπε την ταινία και σχεδόν είχε πέσει πάνω στο χέρι μου. Τον κοίταζα κι αναρωτιόμουν γιατί δεν σηκωνόταν να πάει να καθήσει με τα υπόλοιπα παιδιά που είχαν καθήσει στα δεξιά μας.

"Δε μου λες, μόνοι σας είστε εδώ;"
"Ναι."
"Και τί; Κανένας μεγάλος δεν είναι μαζί σας;"
"Είναι, αλλά είναι όλοι έξω τώρα."

Υπέθεσα ότι οι μεγάλοι θα έρχονταν κάποια στιγμή αργότερα. Καθώς η ώρα περνούσε κατάλαβα ότι το πιο πιθανό σενάριο ήταν να είχαν αράξει έξω σε μία από τις καφετέριες και να είχαν αφήσει τα παιδιά να επιμορφωθούν από μόνα τους. Και μετά είχα εγώ τύψεις...

Μπαίνουν οι τίτλοι της εισαγωγής. Ο μικρός γυρίζει και με κοιτάει:

"Αρχίζει;"
"Ναι", του λέω "αρχίζει".
"Γαμώτη μου, εγώ ήθελα να δω το Χάρυ Πότερ", ξαναγκρίνιαξε ο μικρός κάνοντας μπουρμπουλήθρες με το καλαμάκι στην Coca Cola του.
"Σουτ βρε, είναι ωραίο έργο, θα σου αρέσει, θα δεις", είπα εγώ με ύφος καρδιναλίου.
"Αλήθεια;"
"Εμ, ψέμματα θα σου πω;"
"Καλά..."

Παύση...

"Και να σου πω", με ρωτάει πάλι, "είναι αστείο;"
"Ε, σε μερικά σημεία είναι λίγο...", απαντώ προβληματισμένη.

Το έργο λοιπόν, δεν ήταν αστείο. Ήταν μία αρκετά ρεαλιστική άποψη της ιστορίας του Όλιβερ Τουίστ, και μου φάνηκε σχετικά σκοτεινό για παιδιά 12 χρονών. Αν και θα μου πεις τώρα πια, τα παιδιά στην ηλικία των 12 βλέπουν ξανά και ξανά στην τηλεόραση πράγματα που εμείς αντικρύσαμε για πρώτη φορά στη ζωή μας στην ηλικία των 16-17.

Απόδειξη;... Οι πιτσιρικάδες δίπλα μας με αρχηγούς τους δύο πιο μεγαλόσωμους από αυτούς, βαρεθήκαν και μετά τα πρώτα 40 λεπτά, άρχισαν να μπαινοβγαίνουν μέσα κι έξω από την αίθουσα και να συνενοούνται δυνατά ποιός θα παίξει τέρμα και ποιός επίθεση στο ξύλινο ποδοσφαιράκι (το οποίο αποτελούσε και τον λόγο του "μπες-βγες" in the first place). Παράλληλα, άκουγα ακόμα, πού και πού, καμμιά πνιχτή αναφορά/βλαστήμια στο όνομα του Χάρυ Πότερ.

Ο καημενούλης ο μικρός που καθόταν δίπλα μου πρόβαλε όση αντίσταση μπορούσε. Ήθελε να κάτσει και να μην πάει μαζί τους. Κάποια στιγμή όμως τον άφησαν μόνο του. Έκατσε έτσι για 3 λεπτά, μετά κάποιος τον φώναξε δυνατά από το κάτω μέρος της αίθουσας κι έτσι σηκώθηκε με βαριά καρδιά και όσο ποπ-κορν του είχε απομείνει, και κουτρουβάλησε τις σκάλες.

Μέχρι το τέλος της ταινίας, άλλοι μπαινόβγαιναν από -και προς- το ποδοσφαιράκι, κι άλλοι είχαν ξαπλώσει μπρούμυτα και σερνόντουσαν επάνω στη μοκέτα ο ένας πίσω από τον άλλον. Σίγουρα είχαν ξυπνήσει μέσα τους και τα απωθημένα των πολεμικών ταινιών που επίσης δεν θα τους είχαν αφήσει να δουν οι γονείς τους. Σε φόντο σουρεάλ, εμείς από το πάνω μέρος της αίθουσας διακρίναμε κάθε τόσο, κάτι κίτρινες και κόκκινες κουτσουλιές να διασχίζουν σε slow motion το πάτωμα προς όλες τις κατευθύνσεις, κι ακούγαμε ανά τακτά χρονικά διαστήματα διάφορα "σσσστ" και "σκάσε". Το λέγανε μεταξύ τους τα χρυσά μου. Φοβόντουσαν μη μας ενοχλήσουν.

Η αλήθεια είναι ότι είχαμε προσηλωθεί τόσο στην ταινία ώστε δεν ασχοληθήκαμε καθόλου με τους -πάραυτα χαριτωμένους- μπόμπιρες...

...αλλά να με συγχωρείς κιόλας...

...μου φάνηκε σαν κάτι να άκουσα...

...τύψεις;...

...είπε κάτι κανείς για τύψεις;

Άι ντοντ νόου διζ γουόρντ. :-P

posted by mindstripper @ 11/25/2005 05:43:00 pm  | 11 Comments | 

Thursday, November 24, 2005

Μισές δουλειές κάνω...

Ένα μόνο χεράκι με το συνοδευτικό "Φθηνό Internet τώρα" στη στήλη με τα links, δεν φτάνει που λέει κι ο αξιότιμος κ. Talos.

ληστές!

Αν είναι να κάνουμε μια δουλειά, να την κάνουμε σωστά.
Καλό μας απόγευμα.

posted by mindstripper @ 11/24/2005 04:59:00 pm  | 2 Comments | 

Wednesday, November 23, 2005

Multi-pass

Πολυδιάστατη η ζωή μας.

Φώτα.
Πλούτη.
Φλας.
Δημοσιότητα.

Πρότυπα.

Μεροκάματο.
Νοίκι.
Γηροκομείο.
Διαζύγιο.

Γέννηση.
Γάμος.
Τέχνη.
Δημιουργία.

Θάνατος.

Πόλεμος.
Υποκρισία.
Απελπισία.
Μίσος.
Εκδίκηση.

Φιλία.
Αγάπη.
Πίστη.
Ενότητα.
Ελπίδα.

Πάθος.
Διαφθορά.
Μοιχεία.
Φονικό.

Θεός.
Άνθρωπος.

Εγώ θα ήθελα κάτι ώρες να γυρίσω πίσω στις δύο διαστάσεις.

Να έχω έναν φίλο που τον λένε Ψίχουλο κι ένα multi-pass (όπως έλεγε και η Milla στο 5th Element) που να το λένε Μάρτιν.

  
  

Μετά σκέφτομαι ότι από φίλους, παράπονο δεν έχω.

Αλλά multi-pass;

Πού να το βρω αυτό το ρημάδι;

"Μα...", σκέφτεται ο άλλος μου εαυτός, αυτός με τα κερατάκια και τα κόκκινα σχιστά ματάκια, "δεν είναι obvious enough";

"Στο τελε-μάρκετινγκ γλυκιά μου... Στο τελε-μαρκετινγκ."



Αρχή Υστερόγραφου
(Πριν φάω κανένα φουσκωτό στρώμα στο κεφάλι...)
Δεν έχω κάτι με το τελε-μάρκετινγκ. Απλά κόλλαγε με το σκεπτικό μου.

Έχω όμως κάτι με την τηλεόραση εξ' ολοκλήρου.
Με ενοχλεί το ότι έχει καταφέρει να με ξαποστείλει αυτή πρώτη και πλέον αρνούμαι να την πλησιάζω - δεν μου έδωσε το περιθώριο να την ξαποστείλω εγώ με τα σωστά επιχειρήματα, όπως μας μαθαίνανε και στο σχολείο όταν γράφαμε έκθεση.
Με ενοχλεί που πριν προλάβω καν να κάνω κατάληψη, αυτή προέβλεψε και έδωσε το κτήριο αντιπαροχή και πλάκωσαν οι μπουλντόζες.

Θέλω πίσω το Θέατρο της Δευτέρας.
Την Αστροφεγγιά.
Τη Λωξάντρα.
Τ' αγαπημένο μου της ΥΕΝΕΔ, γμ το κέρατό μου....
Τέλος Υστερόγραφου και κρίσης γενικότερα

posted by mindstripper @ 11/23/2005 12:25:00 am  | 19 Comments | 

Friday, November 18, 2005

Πώς να σωπάσω μέσα μου...

...την ομορφιά του κόσμου;





Η βροχή πέφτει.
Το αυλάκι γιομίζει με νερό.
Δεν είναι χρυσάφι ετούτο που βλέπεις.
Είναι ο χείμαρρος από τα δάκρυα του σύννεφου κάτω από την αμαρτωλή ματιά της νύχτας.
Λέω κάτι ώρες πως -κακώς- έχω συνηθίσει να μην σηκώνω το κεφάλι ψηλά όταν περπατώ.
Μα ούτε χαμηλά δεν το έχω μάθει να κοιτάει.
Η ζυγαριά μπορεί να παλαντζάρει προς δύο διαφορετικές κατευθύνσεις.
Μπορεί να είναι αντίθετες ως προς τον προορισμό και μόνο, αλλά αυτό δεν σημαίνει κιόλας ότι θα αναιρέσουν η μία την άλλη ως προς την ουσία.
Ποτέ μην το ξεχάσω αυτό.

Η Άλκηστις το έχει πει εδώ και καιρό πολύ καλύτερα...
Η σωτηρία της ψυχής είναι πολύ μεγάλο πράγμα.

Νύχτα καλή.

posted by mindstripper @ 11/18/2005 02:44:00 am  | 26 Comments | 

Wednesday, November 16, 2005

VR

Virtual Reality.
Εικονική Πραγματικότητα.

Η πραγματικότητα της εικόνας η οποία δεν είναι αληθινή.

Μα πόσο αληθινή ή ψεύτικη μπορεί να είναι μία εικόνα;
Υποθέτω πως σαφώς θα πρέπει να είναι αντικειμενικώς μη πραγματική για να αποδοθεί σωστά ο παραπάνω όρος. Αλλά εγώ θα το πάω πάλι στο υποκειμενικό, επειδή έτσι κι αλλιώς αυτό το ρημάδι μας εξουσιάζει, και ή μας παιδεύει, ή το παιδεύουμε μια ζωή ολόκληρη.

Σήμερα δεν πήγα στη δουλειά. Φιλοξενώ δύο φίλες από χτες και όλη την ημέρα γυρίζαμε στο κέντρο της Αθήνας. Πειραιάς για αρχή, μετά Θησείο, Μοναστηράκι, Σύνταγμα, Ομόνοια. Αγοράσαμε CD, βιβλία, ρούχα, κοκκαλάκια για τα μαλλιά, κάλτσες... Ήπιαμε καφέ, φάγαμε τυρόπιτες, ξαναήπιαμε καφέ, φάγαμε μεσημεριανό... Πρωί ήταν, μετά μεσημέριασε κι έπειτα η πόλη έβαλε αμφίεση νυχτερινή... Κοίταζα όλους τους ανθρώπους γύρω, τον ήλιο που άλλαζε τα χρώματα των ματιών και των πολυκατοικιών, τα αυτοκίνητα που κόρναραν και έτρεχαν στην Πανεπιστημίου... και σκεφτόμουν τη δουλειά και τους τέσσερις τοίχους της, τα neon φώτα και τον ήχο του τηλεφώνου, το γύρισμα του κλειδιού στην πόρτα του σπιτιού μου στις οκτώ και εννιά η ώρα το βράδυ...

Κι αναρωτιόμουν πόσο εικονική είναι η δική μου πραγματικότητα; Και τελικώς, ποιά ακριβώς πραγματικότητα είναι αυτή;



Η φωτογραφία δεν είναι πειραγμένη. Είναι η στιγμιαία σύλληψη μίας πραγματικότητας και η προβολή αυτής σε έναν καθρέφτη. Ο καθρέφτης είναι μεν λίγο παραμορφωτικός αλλά αν το προσέξεις καλά, μόνο στην επάνω δεξιά γωνία του.

"Mα εμένα δεν με ακουμπάει", σκέφτεται η μπαλαρίνα και συνεχίζει να χορεύει.

To virtual δεν υφίσταται σε τούτη την περίπτωση, παρά μόνο στο μυαλό του σκηνοθέτη. Κι αν αυτός είναι τύπου Λυντς, τότε όσα και να έχεις δώσει φίλε μου, δεν έχεις σώσει.

Dance little sister,
don't give up the dance...


Και εις άλλα με υγεία.

Πού να ήταν ΣΚ και να έφευγα κι εκτός Αθηνών δηλαδή... :-P

posted by mindstripper @ 11/16/2005 01:35:00 am  | 16 Comments | 

Monday, November 14, 2005

Spare change please?

Κι εκεί που το άκρως σουρεάλ όνειρό μου κλείνει μέσα σε ένα πνεύμα ελεύθερο που θα ζήλευε ο οποιοδήποτε κύριος σκηνοθέτας αισθησιακών ταινιών μεγάλου -και μικρού εν προκειμένω- μήκους, ακούω τον βραχνοκόκκορα-ξυπνητήρι μου, και τους παπαγάλους μου να κρώζουν στερεοφωνικά από τα βάθη του σπιτιού. Βγάζω το χέρι μου έξω από τις κουβέρτες, κοπανάω μία στο κινητό, γυρίζω πλευρό χαμογελώντας μέσα στον ύπνο μου θριαμβευτικά. Βουλιάζω πάλι μέσα στην γλυκιά, ήσυχη ζεστασιά του ύπνου που ακόμα δεν ήθελε να αποχωριστεί την τόσο πρόθυμη φιλοξενία που του προσέφερε ετούτο το κορμί. Κι εκεί που νοιώθω να τυλίγομαι σιγά σιγά μέσα σε κύματα κι αφρούς από μετάξι, το κινητό με εκδικείται και ξαναχτυπά. Μέσα στη νύστα μου και πριν το κοπανήσω για δεύτερη φορά, συνειδητοποιώ ότι δεν είναι το ξυπνητήρι. Κάποιος Χριστιανός με καλεί. Κι άμα τον έπιανα εκείνη την ώρα, όποιος και νά 'τανε, μέχρι και να αλλαξοπιστήσει θα μπορούσα να τον κάνω...

"Ποιός;", ακούω τη φωνή νταλικέρη να βγαίνει από μέσα μου.
"Έλα ρε. Ο Β. είμαι. Είσαι σπίτι;"

Συμπατριώτης μου ο Β., μένει αρκετά κοντά σε μένα. Τα τελευταία χρόνια έχουμε κάπως χαθεί αλλά είναι χαρακτηριστικό μας να επικοινωνούμε τις πιο απίθανες ώρες, για να ανταλλάξουμε τα νέα μας.

"Έλα παιδί μου. Ναι, σπίτι είμαι."
"Δεν είσαι στη δουλειά;"

Τώρα του λες ή δεν του λες καμμιά κουβέντα;...
"Μπας και θες να στο ζωγραφίσω κιόλας; Είμαι σπίτι λέμε. Πού είσαι;"
"Από κάτω απ' το σπίτι σου. Ήρθα για μια δουλειά στη γειτονιά σου κι έλεγα μπας και με πέταγες σπίτι μου καθώς πήγαινες στη δουλειά."
"Έλα παιδάκι μου πάνω, να προλάβω ν' ανοίξω και το μάτι και μη μου λες τόσα πολλά μαζεμένα, δεν μπορώ να σε παρακολουθήσω πρωί πρωί..."

Εγερτήριο σε χρόνο μηδέν. Μετακινούμαι στα δωμάτια χοροπηδώντας με το ένα μπατζάκι στο πόδι, προσπαθώντας να στρώσω παράλληλα το κρεββάτι και να πλύνω τα μούτρα μου για να μην πάρει καμμιά τρομάρα ο άνθρωπος όταν του ανοίξω στην πόρτα. Οι παπαγάλοι με κοιτούν κάπως παράξενα. Τους ρίχνω ματιά απειλητική.

"Εμ βέβαια, καμμιά άλλη δουλειά δεν ξέρετε να κάνετε..." μουρμουρίζω εκνευρισμένη.

Τεντώνουν τον λαιμό τους περιπαιχτικά την ώρα που πατάω την ημιφορεμένη αριστερή μου κάλτσα και στουκάρω με δύναμη στον τοίχο. Η θυληκιά έχει το θράσος να με κράξει και μία φορά. Το καταπίνω και σκέφτομαι πως θα την ξεπουπουλιάσω άλλη μέρα. Τώρα προέχει το να σταματήσει να γυρίζει το σπίτι γύρω μου.

Κουτσά-στραβά, προλαβαίνω να συμμαζευτώ μέχρι την ώρα που χτυπά το κουδούνι του διαμερίσματος. Ρίχνω πάνω μου μια ζακέτα που βρίσκω πεταμένη στον καναπέ του σαλονιού (μ' ένα σμπάρο δυό τρυγώνια) κι ανοίγω την πόρτα. Αγκαλιές, φιλιά και όλα τα συναφή.

"Τί κάνεις μανάρι μου;"
"Καλέ ψήλωσες!"
"Και συ ομόρφυνες - ή εγώ έχω καιρό;..."
"Άσταδιάλα ρε. Τί κάνει η Μ.;"

Καθόμαστε έτσι πέντε λεπτάκια και λέμε στα γρήγορα τα πιο βασικά νέα μας. Στο μεταξύ έχω φορέσει μπουφάν, έχω ρίξει την τσάντα στον ώμο κι αρχίζω να τακτοποιώ μέσα σ' αυτήν πράγματα πρώτης ανάγκης: κινητό, γυαλιά ηλίου, πορτοφόλι...

Χμμ...

Πορτοφόλι;...

Η κουβέντα στο μεταξύ εξελίσσεται.

"Μωρέ Β., ξέρεις, έλεγα να μην πάρω του τουτού σήμερα όμως. Μεγάλο πρόβλημα με το πάρκινγκ όταν γυρίζω σπίτι ρε γμτ..."
"Κανένα πρόβλημα βρε. Πάμε παρέα με τον ηλεκτρικό."

Στο μεταξύ έχω αρχίσει να σηκώνω μαξιλάρια από τους καναπέδες, να ψάχνω τις τσέπες απ' όλα τα πανωφόρια που κρέμονται από τον "καλόγερο". Πού τό 'χω βάλει πάλι το ρημάδι για πορτοφόλι...

"Μωρέ σίγουρα;"
"Χαζή είσαι; Αφού κι εγώ τα ίδια τραβάω. Αν με βόλευε και μένα η συγκοινωνία για τη δουλειά μου, νομίζεις θα έπαιρνα κάθε μέρα αυτοκίνητο;"

Έχω γυρίσει πια την τσάντα ανάποδα και έχω πετάξει όλα της τα περιεχόμενα στον καναπέ. Σε καμμιά κρυφή τσέπη θα είναι πάλι και δεν θα μπορώ να το εντοπίσω.

"Ναι, αλλά δεν θα αργήσεις στη δουλειά τώρα;"
"Έχω ρεπό σήμερα βρε. Είχα μια δουλειά σπίτι το πρωί, γι αυτό σε πήρα πριν - θα ερχόταν ο ηλεκτρολόγος. Ακυρώθηκε όμως με το που κλείσαμε το τηλέφωνο, οπότε είμαι χαλαρός τώρα. Εσύ για πες μου όμως, πώς τα πας με τα οικονομικά σου; Τελευταία φορά θυμάμαι είχες ζόρια, σού 'χαν κάτσει πολλά μαζεμένα... μα τί ψάχνεις παιδάκι μου;;;"

Πλεόν, από τα νεύρα μου, έχω δώσει μία στην τσάντα και την έχω πετάξει με δύναμη στον τοίχο, απ' όπου εξοστρακίζεται και πέφτει στο πάτωμα. Στρέφομαι προς τον Β. που με κοιτάζει απορημένος. Το πρόσωπό μου εκτός από χρώματα, αλλάζει διαδοχικά και εκφράσεις. Τα νεύρα παραχωρούν την θέση τους στην απόγνωση, κι αυτή με τη σειρά της σε μία fake γλύκα.

"Ρε συ Β., να με συγχωρείς κιόλας..."

Βαθυά ανάσα...

"...αλλά μπας κι έχεις να μου δανείσεις ένα ευρώ για να πάω στη δουλειά;"

posted by mindstripper @ 11/14/2005 02:55:00 pm  | 10 Comments | 

Friday, November 11, 2005

Ε, να σου πω...

Μη φεύγεις.
Μη με φοβάσαι.
Δεν θα πειράξω εσένα.
Άλλωστε τί να μου κάνει το λιγοστό δηλητήριό σου;
Δε με πιάνει.
Δεν φτάνει ούτε καν για να αμυνθείς, αν εγώ αποφασίσω να σε εξοντώσω.
Αλλά εγώ δεν θα σου κάνω κακό.
Όχι σε σένα προσωπικά δηλαδή.
Να... μόνο τον ιστό σου θα καταστρέψω...
Μου χαλάει τη μόστρα εδώ...
Μπορείς να πας αλλού να τον ξαναφτιάξεις.
Συνηθισμένη είσαι έτσι κι αλιώς.

posted by mindstripper @ 11/11/2005 04:45:00 pm  | 18 Comments | 

Wednesday, November 09, 2005

Πώς μπορείς να περιγράψεις μία στιγμή;

Προσπαθούσα σε μία πρόσφατη κουβέντα να το "περάσω" στο συνομιλητή μου. Και συνειδητοποίησα εκείνη την ώρα πόσο δύσκολο τελικά μου ήταν κάτι τέτοιο. Ήθελα να περιγράψω μία συγκεκριμένη στιγμή. Πώς αισθάνθηκα εκείνη ακριβώς την ώρα. Πώς αισθάνομαι τώρα που την ξαναφέρνω στο μυαλό μου. Πώς είναι δυνατόν να διοχετεύσω την ένταση και τη δύναμη εκείνου του σημείου στον χρόνο, σ' αυτόν που έχω απέναντί μου. Σε σένα που διαβάζεις αυτό εδώ τώρα.

Πώς μπορείς να περιγράψεις μία στιγμή που έρχεται και φεύγει σε ανύποπτο χρόνο;

Άχρηστο, ανήμπορο, σερνάμενο ανθρωπάκι νοιώθω όταν δεν μπορώ να την βγάλω από μέσα μου. Αισθάνομαι τον φλοιό του εγκεφάλου μου να υπερθερμαίνεται, νοιώθω να έχω μεταμορφωθεί σ' ένα μικρό έντομο, ένα κουνούπι συχαμερό, που το μόνο που μπορει να κάνει εκείνη την ώρα είναι να κουνάει έντρομο πάνω κάτω τα φτερά του, μοιρολατρικά κι αθόρυβα, μέχρι να λιώσει κάτω από το εκκωφαντικό χτύπημα του Υπέρτατου Όντος.

Έρχονται πάλι κάτι ώρες διαύγειας. Όταν τα πάντα γύρω μου είναι καθαρά σαν το κρύσταλλο, όπως το φύλλωμα των δέντρων και το περίγραμμα των βουνών μετά τον κατακλυσμό. Όταν έχω την βεβαιότητα και την υπεροψία ότι δεν είναι καν ανάγκη να περιγράψω τη στιγμή μου με λόγια. Μόνο να κοιτάξω τον άλλον στα μάτια αρκεί. Η στιγμή έχει διαποτίσει κάθε χιλιοστο του κορμιού μου, τόσο σαρωτικά, που μένω ακίνητη να κοιτάζω το Υπέρτατο Ον υποτιμητικά στον καθρέφτη μου. Και μετά τον κάνω κομμάτια.

Κι έπειτα, έρχεται κι εκείνη η ώρα που τα καταφέρνω. Καταφέρνω να την αιχμαλωτίσω τη στιγμή μου. Και είναι περίεργο εκείνο που νοιώθω, είναι έξω από τον κόσμο ετούτο. Γιατί νοιώθω σαν το αξούριστο παλικαράκι που ορμάει με τρόμο και λύσσα μέσα στη νύχτα, σπάει με βία τον κύκλο γύρω από τη φωτιά, κι αρπάζει από τον κόρφο της ομορφότερης νεράιδας το μαντήλι της. Και μετά φουσκώνει σαν το κοκκόρι από την περηφάνεια, κάνει το σταυρό του, απαγγέλει βροντερά την προσευχή του να ξορκίσει τα διαβόλια, κι ευγνωμονεί και δοξάζει την τύχη του γιατί εκείνη ειναι πια ολόδική του, του ανήκει, θα τον συντροφεύει μέχρι το τέλος της ζωής του.

Ένα αυτοκίνητο μέσα στη νύχτα.
Ένα μεγάλο, κατακόκκινο φεγγάρι.
Ένας διακόπτης που γυρίζει στο off για ένα δευτερόλεπτο.
Κι ένα κλικ...




Σ' έπιασα, δεν θα μου φύγεις ποτέ πια...



It’s a mystery to me
The game commences
For the usual fee
Plus expenses
Confidential information
It’s in a diary
This is my investigation
It’s not a public inquiry

I go checking out the report
Digging up the dirt
You get to meet all sorts
In the line of work
Treachery and treason
There’s always an excuse for it
And when I find the reason
I still can’t get used to it

And what have you got at the end of the day ?
What have you got to take away ?
A bottle of whisky and a new set of lies
Blinds on the window and a pain behind the eyes

Scarred for life
No compensation
Private investigations


Dire Straits

posted by mindstripper @ 11/09/2005 07:14:00 pm  | 14 Comments | 

Tuesday, November 08, 2005

Εξετάσεις

Αύριο έχω εξετάσεις κιθάρας.

Από τότε που αρρώστησε κι έφυγε από το Ωδείο η δασκάλα μου, έχω χάσει την όρεξή μου και το κέφι να παίζω. Η νέα δασκάλα όχι απλά δεν αναπληρώνει με τίποτε το κενό της παλιάς μου, όχι μόνο δεν έχει μεταδοτικότητα ως δασκάλα, αλλά είναι και ολοφάνερο ότι δεν το ζορίζει το πράγμα... Δεν φταίει βέβαια η κοπέλα γι αυτό. Φταίνε αυτοί που την προσέλαβαν.

Ήδη έχουν φύγει δύο μαθητές από το Ωδείο. Εγώ θα είμαι η τρίτη.

Από μικρή έτσι λειτουργούσα. Είχα αλλάξει ολόκληρο σχολείο για έναν μόνο λόγο: τον καθηγητή της Χημείας. Μεγάλο κάθαρμα ο τύπος... Ο ανώτερος βαθμός που έβαζε στους μαθητές που δεν κάναν μαζί του ιδιαίτερο ήταν 12. Εξ' αιτίας του πολλά παιδιά δεν πίστεψαν ποτέ στον εαυτό τους. Δεν ήταν μόνο οι πράξεις του. Ήταν και τα λόγια του. Ο τρόπος που τα έλεγε. Ήξερε πώς να κάνει σκουπίδι οποιονδήποτε μαθητή έβαζε στο μάτι.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον Γ., από τις αναρχικές φάτσες του σχολείου, που όταν καμμιά φορά ερχόταν στο κέφι και στρωνόταν να γράψει έκθεση αντί να παραδώσει, όπως συνήθιζε, το γραπτό του στη φιλόλογο γεμάτο με πολύ όμορφες ζωγραφιές, μας έστελνε όλους για βρούβες. Πολύ αργότερα, η φιλόλογος μας είχε εξομολογηθεί ότι είχε κρατήσει αρκετές από εκείνες τις ζωγραφιές του - ήταν αληθινά αριστουργήματα. Ο Γ. ήταν πολύ κλειστός χαρακτήρας και δεν είχε παρά μόνο δυο-τρεις φίλους σε όλο το σχολείο. Μόνο με κείνους μιλούσε. Ήταν εμφανέστατο ότι έτρωγε πάρα πολύ ξύλο από τον άνεργο και πιωμένο-όλες-τις-ώρες πατέρα του με τον οποίον έμενε μαζί. Ποτέ δεν έμαθα για ποιόν ακριβώς λόγο ήταν ορφανός από μάνα. Στο σχολείο όμως, τελικά όλοι αγαπούσαν αυτό το ήσυχο παιδί, με το καθαρό βλέμμα και το ντροπαλό χαμόγελο. Πολλοί τον φωνάζαμε Ιησού.

Ο Γ. ήταν στο τμήμα μου. Κι έτσι απλά, εκείνο τ' απόγευμα, εκείνο το κατακάθι που η δουλειά του ήταν να μας δίδάξει την επιστήμη της Χημείας, είχε μπει μέσα με ένα βλέμμα που εξέπεμπε πολύ περισσότερη ειρωνεία και σαρκασμό από τις άλλες μέρες. Επιτέθηκε φραστικά στον Γ., χαρακτηρίζοντάς τον ως αλήτη και βρωμιάρη μπροστά σε όλους εμάς, τους υπόλοιπους συμμαθητές του. Οι λέξεις τιποτένιος, βλάκας και ηλίθιος ακόμα ηχούν στο κεφάλι μου, μετά από τόσα χρόνια... Βλέποντας το σκυμμένο κεφάλι του Γ. μπροστά στους χαρακτηρισμούς ενός πραγματικού αλήτη, η στιγμή εκείνη ήταν η πρώτη στη ζωή μου όπου αισθάνθηκα γνήσιο μίσος για κάποιον άλλον. Μίσος και ποτάμια οργής. Και τότε έγινε κάτι που κανείς μας δεν το περίμενε. Εκείνη η τάξη της Τρίτης Γυμνασίου ενώθηκε όλη βουβά, σα γροθιά έτοιμη να τσακίσει τα πλευρά του εχθρού.

Την επόμενη ώρα στην αίθουσα επικράτησε πανζουρλισμός. Με δυνατές φωνές και χειρονομίες, διαμαρτυρόμασταν όλοι στην φιλόλογο -η οποία αποτελούσε και την σύμβουλο του τμήματός μας- για την αισχρή μεταχείριση και ταπείνωση του συμμαθητή μας. Η ίδια δυσκολευόταν να μας πιστέψει. Κι όσο δυσκολευόταν και ρώταγε κι άλλον έναν, δύο, τρεις μαθητές, τόσο πεταγόμασταν άλλοι απ' όλες τις μεριές της τάξης, με μάτια αγριεμένα και μάγουλα κατακόκκινα, να την επιβεβαιώσουμε για την αλήθεια της κατάστασης. Τόσο βγάζαμε στη φόρα κι άλλα άπλυτα αυτού του κυρίου. Και τόσο είχαμε ξεχαστεί, που κανένας μας δεν πρόσεξε τον Γ. που είχε κάτσει σε μία γωνιά και έκλαιγε ασταμάτητα από τη συγκίνηση για την αγάπη και την υποστήριξη που βίωνε εκείνη την ώρα. Δεν είχε πει κουβέντα από την ώρα που τον είχε εξεφτελίσει ο καθηγητής. Δεν είχε γυρίσει κανείς από μας να πει τίποτα κατά τη διάρκεια του διαλείμματος στον ίδιον. Κι έτσι όπως τον είδαμε ξαφνικά να κλαίει με το κεφάλι ανάμεσα στα χέρια του, σταματήσαμε αμήχανοι. Η φιλόλογός μας κατέβηκε από την έδρα, τον πλησίασε και άρχισε να του χαϊδεύει το κεφάλι, λέγοντάς του να μη φοβάται τίποτα. Πολλοί είχαμε ακινητοποιηθεί όρθιοι σαν υπνωτισμένοι και τον κοιτάζαμε βουρκωμένοι. Σε λίγα λεπτά είχαμε καθήσει όλοι στις θέσεις μας, ακούγοντας τους πνιγμένους λυγμούς του Γ. και την τρυφερή, παρηγορητική φωνή της καθηγήτριάς μας, που προσπαθούσε να δώσει δύναμη στην κουρελιασμένη του ψυχή. Κάτσαμε έτσι σιωπηλοί μέχρι που το κλάμα του Γ. πήρε να σταματάει. Τότε αρχίσαμε κι εμείς να ανασαίνουμε κανονικά τον αέρα που φαινόταν να είχε λίγο καθαρίσει...

Από κείνη τη μέρα και μετά μιλούσαμε όλοι λίγο περισσότερο με τον Γ. Κι αυτός με μας. Εγώ έχασα για μερικά χρόνια επαφή μαζί του γιατί άλλαξα σχολείο. Ο Χημικός μου είχε βάλει 11 στον έλεγχο ενώ ήμουν σίγουρη ότι είχα γράψει τουλάχιστον για 17, κι ετοιμαζόμουν για Πρώτη Δέσμη. Από ψυχολογική φοβέρα δεν έπαιρνα ποτέ - σ' αυτό έχω μοιάξει στη μάνα μου, η οποία με πήρε και με πήγε αλλού, αφού πρώτα "στόλισε" καταλλήλως τον Χημικό μπροστά στον Γυμνασιάρχη του σχολείου.

Στις Πανελλήνιες, έγραψα Χημεία 19.8.

Τον Γ. τον έβλεπα πολλές φορές στο δρόμο όταν επέστρεφα σε κείνη την πόλη. Αρκετές φορές, καθόμασταν και για καφεδάκι με αυτόν, έναν αγαπημένο φίλο και συμμαθητή (και νυν κουμπάρο μου), και άλλους δύο συμμαθητές από κείνη την τάξη του Γ4. Θά 'μασταν εκεί, γύρω στα 20 με 21 όταν, έτσι όπως καθόμασταν ένα απογευματάκι στη λιακάδα της πλατείας όπου τρέχαμε παλιά όταν κάναμε κοπάνες από το σχολείο, είχε γυρίσει και μας είχε πει:

"Ρε παιδιά, αυτό δε σας το είχα πει ποτέ... αλλά ευχαριστώ ρε γαμώτο, ευχαριστώ πολύ για τότε", και μας κοίταξε μέσα στα μάτια συγκινημένος.
"Δεν το περίμενα..."

Βουρκώσαμε όλοι για άλλη μία φορά, αλλά ετούτη ήταν από χαρά...

Με τον καιρό σταμάτησα να πηγαινοέρχομαι τόσο συχνά. Με τον Γ. χαθήκαμε. Αλλά τα νέα του τα μαθαίνω. Ήταν αυτοδίδακτος στην κιθάρα, κι όταν τέλειωσε το στρατιωτικό του δούλεψε για 5-6 χρόνια στις οικοδομές στην Αθήνα, μάζεψε λεφτά κι έφυγε από το σπίτι του, και ξεκίνησε το Ωδείο. Πήρε το δίπλωμα και τώρα διδάσκει μουσική. Έχει γίνει δάσκαλος. Και είμαι σίγουρη ότι θα είναι από τους πιο άξιους δάσκαλους. Είμαι σίγουρη γι αυτό.

Ο Χημικός μας πάλι μάθαμε όλοι πως έστειλε την κόρη του να σπουδάσει στη Βουλγαρία. Γύρισε πίσω χωρίς πτυχίο, μόνη, με ένα παιδί μέσα στα σπλάχνα της.

Κι εγώ αύριο θα δώσω εξετάσεις κι άμα πάω καλά έτσι αργά που με πήρε η ώρα και δεν έχω διαβάσει τίποτα, να μου τρυπήσεις τη μύτη. :-P

posted by mindstripper @ 11/08/2005 02:17:00 am  | 33 Comments | 

Monday, November 07, 2005

Είναι λοιπόν κάτι στιγμές...

...που θα μπορούσε να πει κάποιος ότι η χαρά και το γέλιο ισοδυναμούν με υπεροψία.


Για κάτι τέτοιες ζω.
Αμαξά, πέτα το λουκέτο κι άντε να φύγουμε...


posted by mindstripper @ 11/07/2005 12:31:00 am  | 5 Comments | 

Thursday, November 03, 2005

Η Ύστατη Απάντηση...

...για τη Ζωή, το Σύμπαν και τα Πάντα.



Ποιό ήταν το Ύστατο Ερώτημα είπαμε;...

posted by mindstripper @ 11/03/2005 10:30:00 pm  | 10 Comments | 

Wednesday, November 02, 2005

Κολλημένη...

...όχι με τη μπάλα.

Με τα 80s!
Σάμπως δεν τό 'ξερα, θα μου πεις...

Βάλε Free FM στους 98.0 MHz FM. Θα πάθεις πλάκα.

Απίθανος σταθμός, κατά τύχη τον άκουσα σε έναν φίλο και συντονίστηκα ευθύς αμέσως. Κάθε πρωί που έρχομαι στη δουλειά, ο μπροστινός μου βλέπει στον καθρέφτη του αυτοκινήτου του μία τύπισσα στο πίσω αμάξι να χαμογελάει ηλίθια στο υπερπέραν. Νά 'ναι καλά όλοι οι παρουσιαστές και οι συντελεστές του σταθμού.

Νά 'στε καλά ρε παιδιά...
Μόνο προσοχή, ε; Είδατε τί πάθανε αυτοί οι ξεδιάντροποι του Best.
Big Brother is watching... (ΟΚ, ρίξε το tape με τα χειροκροτήματα τώρα)

posted by mindstripper @ 11/02/2005 06:02:00 pm  | 3 Comments |