@Gmail
@Our magic bus
@Twitter

Previous Posts

Archives

Wednesday, December 28, 2005

Μικρή προσευχή

Μέσα από ανεπούλωτες πληγές, οίκτο, ανθρώπινη οδύνη και κατάντια, γεννήθηκε απόψε, μπρος στα μάτια μου, με πρωτόγονη καισαρική τομή δίχως νάρκωση, μία Χριστουγεννιάτικη μνεία προς τη ζωή και την αχαριστία μου:

If I never have anything else, I'll always have God and the morning sunlight.
Johnny Got His Gun [Dalton Trumbo]

Είπα να ανάψω ένα κεράκι στο μπλογκ, μέρες που είναι...
Νύχτα καλή.

posted by mindstripper @ 12/28/2005 12:24:00 am  | 17 Comments | 

Tuesday, December 27, 2005

Άστρο φωτεινό...

θά 'ρθει γιορτινό,
μήνυμα να φέρει από τον ουρανό...



Xρόνια πολλά και με το καλό να έρθει ο νέος χρόνος.
Αν μπορούσε η ευτυχία να ήταν ιός των μπλογκς, εύχομαι να μπορούσα να σε κολλήσω με αυτόν, στην βαρυτάτη του μορφή.

Την αγάπη μου και τα φιλιά μου.

posted by mindstripper @ 12/27/2005 01:45:00 am  | 18 Comments | 

Wednesday, December 21, 2005

Tranquility [αποκαλυπτήρια]

Άντε, ορίστε...
Ιδού η γνήσια φωτογραφία που στολίζει το πάνω μέρος του blog μου, πριν την πιάσω με το Photoshop και της αλλάξω την πρόσοψη, όπως συνειδητοποίησα από τις δικές σας αντιδράσεις στο κατόπι.
(Juanita, μην χοροπηδάς πίσω από την πόρτα κι αγκαλιάζεσαι με τον Angelito και τον Τελαμώνα, σας βλέπω!)



Περπατούσα σ' ένα σοκάκι στην Αμοργό το περασμένο καλοκαίρι όταν είδα την μικρούλα της φωτογραφίας. Βιαζόμουν, σχεδόν έτρεχα, το γιατί δεν το θυμάμαι να πω την αλήθεια. Από την έκπληξή μου σταμάτησα τον βηματισμό μου τόσο απότομα, που αν έκανα το ίδιο πράγμα στην Πανεπιστημίου στις 10 το πρωί, θα προκαλούσα δίχως αμφιβολία καραμπόλα πεζών συνοδευόμενη από μπόλικα "στολίδια" (μέρες που είναι κιόλας)...

Αλλά δεν άκουγε μόνο στο όνομα έκπληξη το συναίσθημα που με πλημμύρισε την ώρα που αντίκρυσα την εικόνα εκείνη, μέσα στο μισοσκόταδο.
Ήτανε το δέος που με κατέκλυσε, ήτανε και η ευγνομωσύνη.
Ήταν αυτό το φτερούγισμα που νοιώθει κάποιος μέσα του, αυτό το σκίρτημα της καρδιάς, όταν βρίσκεται έξαφνα αντιμέτωπος με κάτι που του παίρνει στιγμιαία την ανάσα - και όχι, αυτό το κάτι δεν είναι το αντικείμενο του έρωτα, αλλά ο έρωτας κάθε αυτού που κατακεραυνώνει και αποστομώνει τους άπιστους με μία μόνο ματιά του:

"Κοίτα με, είμαι εδώ, μπροστά σου."

Δεν πάγωσε μόνο το περπάτημά μου εκείνη την ώρα. Πάγωσε κι ο χρόνος.
Δεν ήταν απλά αυτή η εικόνα που μου παρουσιαζόταν με την μορφή ενός ολοζώντανου πίνακα, μία από τις πιο όμορφες, τρυφερές ζωγραφιές που έχω δει ποτέ, ήταν κι ότι είχα το προνόμιο, την ανείπωτη τύχη, να βρεθώ εκεί, την ώρα που ο μουσαμάς έπαιρνε ζωή, υφή και χρώμα - ήμουν η μοναδική μάρτυρας μίας μεγαλειώδους δημιουργίας.

Άρχισα να κρυφοκοιτάζω γύρω μου συνομωτικά, και πισωπατώντας, έβγαλα από την τσάντα μου την ψηφιακή μου μηχανή. Κάπου, υποσυνείδητα νομίζω, θα πρέπει να προσευχόμουν κιόλας. Να κρατήσει κι άλλο λίγο ετούτη η ησυχία, το κορίτσι να μην με αντιληφθεί και αλλάξει θέση, μην τρομάξει και φύγει, να προλάβω να αιχμαλωτίσω την ευλάβεια της στιγμής, την μαγεία και τη διαύγεια ενός μοναδικού χαμόγελου που μου χαριζόταν αιφνίδια από το πουθενά.

Απενεργοποίησα το φλας από την ψηφιακή και έβγαλα δυο-τρεις φωτογραφίες, κρατώντας το χέρι μου όσο πιο σταθερό μπορούσα, φοβούμενη παράλληλα μην περάσει κάποιος άνθρωπος και τρομάξει έτσι όπως θα μ' έβλεπε κρυμμένη στα σκοτάδια πίσω από το κοριτσάκι. Σκέφτηκα πως, στη θέση κάποιου περαστικού, πιθανόν να έβαζα άσχημα πράγματα με το μυαλό μου αν αντίκρυζα μία τέτοια εικόνα, και βιάστηκα να βάλω την ψηφιακή πίσω στην τσάντα μου και να συνεχίσω τον δρόμο μου.

Προσπέρασα την μικρούλα κοιτώντας της στα κλεφτά από το πλάι. Δεν είχε αντιληφθεί την παρουσία μου, ήταν ολοφάνερο. Δεν κινήθηκε ούτε χιλιοστό από τη θέση της. Συνέχιζε να κοιτάζει όλους τους ανθρώπους που είχαν μαζευτεί πίσω από το παραθυράκι όπου είχε σκαρφαλώσει, κι εκεί, μέσα σε μία ταβέρνα, τρώγαν, πίναν και τραγουδούσαν. Ποιός ξέρει, ίσως η μικρούλα ήταν μάρτυρας μίας άλλης ζωγραφικής εκείνη την ώρα, μίας άλλης μαγικής εικόνας. Ίσως και να προσπαθούσε να την αποτυπώσει βαθιά μέσα στο μυαλό της και να την κρατήσει εκεί για όλη την υπόλοιπη ζωή της.

Χαμογέλασα καθώς θυμήθηκα μερικές τέτοιες δικές μου εικόνες που με συντροφεύουν από παιδί. Προχώρησα παρακάτω όσο πιο αθόρυβα μπορούσα, αφήνοντας πίσω μου νηνεμία και γαλήνη.

Όπως μπορείς να δεις, η φωτογραφία βγήκε πολύ κουνημένη. Λογικό καθώς, χώρια από την ένταση της στιγμής εκείνης, δεν έχω και ιδιαίτερα σταθερό χέρι.
Όμως αυτό δεν με πείραξε ιδιαίτερα.
Στην προσπάθειά μου βέβαια να την φέρω κάπως προς την παραμυθένια ατμόσφαιρα που είχα στο νου μου, απέτυχα.
Αλλά, τελικά, ούτε αυτό με πείραξε.
Γιατί, έστω και άθελά μου, κατάφερα να κεντρίσω την δική σου δημιουργική φαντασία.
Σκέφτηκα προς στιγμήν να την αλλάξω, να την κάνω πιο καθαρή, πιο ευδιάκριτη ώστε να μη σε μπερδεύω.
Μετά όμως, διαβάζοντας το σχόλιό σου, άλλαξα γνώμη.
Γιατί, ποιά είμαι εγώ να σου πω ότι η εικόνα ετούτη δεν είναι στ' αλήθεια μία νυχτοπεταλούδα, μία μέλισσα, ένας οφθαλμός, μία πτήση παρά πέντε;...

Ας υπάρχει ο έρωτας, και εικόνες σαν και τούτη δεν είναι ανάγκη να μεταφράζονται ποτέ.

Αφιερωμένο εξαιρετικά σε όλους όσους το παίδεψαν και σε τούτο το μπλογκ, αλλά και στο μυαλό τους. :-)

posted by mindstripper @ 12/21/2005 05:02:00 pm  | 21 Comments | 

Monday, December 19, 2005

Fly on little wing [ή αλλιώς: την ψώνισα]

Όταν το φως της μέρας έχει πέσει κι εγώ κάτω από τα νέον της κλεισούρας, χαζεύω από τα τετράγωνα παραθυράκια του κλειστού τη μπάλα, που κάθε τόσο σκάει μύτη και με κοιτάζει προκλητικά, μου κλείνει το μάτι και μετά με πονηρά, κοφτά γελάκια, βουτάει ξανά στο κενό κλείνοντας τα μάτια...

όταν κλειδώνω την πόρτα πίσω μου σαν υπνωτισμένη και ξαφνικά ο αέρας έρχεται να μου δώσει ένα γερό χαστούκι και να με βγάλει απ' τον πανούργο λήθαργο της παθητικότητας, γεμίζοντας με βία τα ρουθούνια και το στόμα μου από μυρωδιά καψαλισμένου ξύλου και γεύση θαλασσαλμυρισμένου φιλιού...

όταν η νύχτα μου ξεκινάει με ένα "γεια" και καταλήγει σε έναν απρόσμενο, μανιακό, συγκλονιστικό οργασμό (δε βρίσκω άλλον τρόπο να περιγράψω την ψυχική μου κατάσταση την ώρα που η οινοπνευματώδης μεμβράνη που καλύπτει τον εγκέφαλό μου, ξεσκίζεται από την κιθάρα και τη φωνή του Hendrix στο Little Wing)...

όταν ξυπνάω το πρωί και αντικρύζω αυτήν την διαταραγμένη/ανθισμένη βουκαμβίλια μου, που ό,τι καιρό και να κάνει έξι χρόνια τώρα, όποια εποχή του χρόνου και νά 'ναι, υποκλίνεται στον κόσμο που απλώνεται στην ποδιά της, του χαρίζει απλόχερα τα λουλούδια της βρέξει-χιονίσει, και γεμάτη περιφρόνηση περιμένει ατρόμητη το επόμενο πλήγμα...

...τότε ξέρω ότι δεν έχω χάσει το δρόμο, κι ας μη μάθω ποτέ πού στα κομμάτια τελικά αυτός θα με οδηγήσει.

Well she’s walking through the clouds
With a circus mind that’s running round
Butterflies and zebras
And moonbeams and fairy tales
That’s all she ever thinks about
Riding with the wind.

When I’m sad, she comes to me
With a thousand smiles, she gives to me free
It’s alright she says it’s alright
Take anything you want from me, anything
Anything.

Fly on little wing,
Yeah yeah, yeah, little wing




Άντε και στα δικά σας οι μελαγχολικοί ετούτων των ημερών... ;-)

posted by mindstripper @ 12/19/2005 02:24:00 am  | 15 Comments | 

Friday, December 16, 2005

Για να δω...

Καμμιά άλλη αλλαγή θα μπορέσω να κάνω;

Επτά και σήμερα.

posted by mindstripper @ 12/16/2005 03:08:00 am  | 28 Comments | 

Wednesday, December 14, 2005

Ασκήσεις και κεφάλαια

Για μια σκηνή που με συντροφεύει χρόνια τώρα θέλω να γράψω. Μία σκηνή που έχει χαραχθεί βαθυά μέσα στο μυαλό μου από τότε που ήμουν 17 χρονών. Θεατρική σκηνή. Ένας ο πρωταγωνιστής, ένας ο θεατής, ένας μόνο ο σκηνοθέτης.

Εγώ.

Καιρός πανελληνίων εξετάσεων. Άγχος. Κλάμα. Διάβασμα, διάβασμα, διάβασμα. Αϋπνίες. Αγωνία. Θα τα καταφέρω; Όλα τούτα τα χρόνια που διαβάζω σαν το σκυλί και φέρνω στο σπίτι ελέγχους και βαθμούς άψογους και διαγωγή "κοσμιοτάτη", θα με βγάλουν πουθενά ή τελικά θα πάρουν τη μορφή μίας άχαρης, ψηλόλιγνης -αλλά πολύ ευγενικής κατά τα άλλα- ηλικιωμένης κυρίας με μαλλιά δεμένα κότσο, γκρίζα γυαλιστερά μάτια και παγωμένο χαμόγελο που θα ακούει στο όνομα "Αποτυχία";

Είναι ένα απόγευμα ανοιξιάτικο που είμαι κλεισμένη στο σπίτι στο χωριό και έχω ανοιχτά βιβλία και τετράδια μπροστά μου. Τριγύρω πεταμένα μολύβια, στυλό και χρωματιστοί μαρκαδόροι, πυκνογραμμένες κόλλες αναφοράς, σκισμένα χαρτιά, ένα πλαστικό πιατάκι με ελάχιστα αποφάγια-απομεινάρια του τέταρτου κομματιού της χορτόπιτας της γιαγιάς, ένα άδειο σέικερ με φραπέ σκέτο χωρίς γάλα, τον τρίτο ή τέταρτο της ημέρας - σε λίγους μήνες θα με χτυπούσε και ο πρώτος σοβαρός κωλικός...

Δεν μπορώ να λύσω την άσκηση που με παιδεύει εδώ και τρεις μέρες κι έχω νεύρα. Δεν θα έπρεπε να ασχολούμαι καν μ' αυτή την άσκηση τώρα, θα έπρεπε αυτή την ώρα να κάνω μία επανάληψη όλη τη θεωρία του τρίτου κεφαλαίου. Πετάω το μολύβι μου στο πάτωμα και το πατάω με λύσσα. Μένω ακίνητη να κοιτάζω τα κομμάτια του αφηρημένα, δεν ξέρω κι εγώ για πόση ώρα.

Κι έτσι ξαφνικά, ξεσπάω σε κλάμματα. Κι όσο περνάει η ώρα, το κλάμα όλο και δυναμώνει περισσότερο. Κλαίω με λυγμούς, το ηθικό μου έχει σπάσει, δεν θα κάνω τίποτα στη ζωή μου, δεν θα τα καταφέρω, δεν γίνεται, το νοιώθω ότι δεν θα τα βγάλω πέρα. Και οι γονείς μου;... Πώς θα κοιτάξω στα μάτια τους γονείς μου; Τόσα φροντιστήρια, τόση περηφάνεια για τους βαθμούς που τους έφερνα στον έλεγχο όλα αυτά τα χρόνια... Έχω χάσει την ανάσα μου από το κλάμα, θέλω να τα βροντήξω όλα και να φύγω, να πάω στον προπονητή μου και να του πω "Σήκω όπως είσαι να κατεβούμε στην Αθήνα, εγώ θα κάνω αυτό που αγαπάω", να πάρω τηλέφωνο την Ε. και της πω "Ετοιμάσου, πες το και στα παιδιά, ανεβαίνω με το πρώτο τρένο και μένω εκεί για πάντα, δεν γυρίζω πίσω". Αρχίζω τα ανάθεμα για την τύχη μου, και το μοιρολόι για κείνα που έβλεπα να χάνω, εκείνα που ένοιωθα να γλυστρούν από τα χέρια μου όλο και πιο πολύ, μέρα με τη μέρα.

Ήταν ίσως η μεγαλοπρεπέστερη στιγμή απώλειας που βίωσα ποτέ στη ζωή μου χωρίς να υπάρχει κάποιος σημαντικός λόγος γι αυτό - αλλά ακόμα δεν το ήξερα.
Ήμουν, στ' αλήθεια, απελπισμένη.

Τότε ήταν που άκουσα τους Starship στο ραδιόφωνο...

And we can build this dream together
Standing strong forever
Nothing’s gonna stop us now
And if this world runs out of lovers
We’ll still have each other
Nothing’s gonna stop us, nothing’s gonna stop us now...


Σταματάω ευθύς το κλάμα.
Σκουπίζω τα μάτια μου που με τσούζουν και με καίνε.
Και με νωπά ακόμα τα μάγουλά μου από τα δάκρυα, χαμογελάω.
Κι εκείνη την ώρα νοιώθω να διαπερνά όλο μου το κορμί μου ένα ρίγος ζεστό και περιέργως οικείο.
Ανοίγω το παράθυρο διάπλατα και κοιτάζω ψηλά στον ουρανό, ακούω τα κελαηδίσματα των πουλιών, βλέπω το γιασεμί να λικνίζεται ανάμεσα στα αόρατα πλοκάμια του νοτιά.
Γεμίζω τα πνευμόνια μου με όσο οξυγόνο μπορώ.
Το βγάζω αργά-αργά προς τα έξω.
Το μυαλό μου έχει αδειάσει.

Επιστρέφω στα βιβλία μου, λύνω την άσκηση, παίρνω δύο επαναλήψεις το τρίτο κεφάλαιο και διαβάζω όλο το τέταρτο.

----

Από τότε, όποτε βρίσκομαι σε στιγμές αδυναμίας ή φόβου, καλώ πάλι εκείνη την πρώτη μου στιγμή απελπισίας να με συντροφέψει. Αυθόρμητα. Άθελά μου.
Με τη βοήθειά της, έχω αφήσει πίσω μου πολλά κεφάλαια, έχω λύσει πολλές ασκήσεις.
Να δω αν θα τα καταφέρω και με τούτην εδώ, την τελευταία...

posted by mindstripper @ 12/14/2005 05:12:00 pm  | 13 Comments | 

Monday, December 12, 2005

Ψυχολογικό προφίλ

Μου τη σπάνε τα τεστ πολλαπλής επιλογής που με αναγκάζουν ντε και καλά να επιλέξω μία απάντηση ανάμεσα σε τρεις, τέσσερις άλλες.

Γι αυτό κι εγώ αποφάσισα να φτιάξω ένα δικό μου ψυχολογικό τεστ. Όμως, ακόμα και σε αυτό, έχω πρόβλημα να επιλέξω ποιά απάντηση/φωτογραφία με εκφράζει περισσότερο. Έτσι, για να είναι η απάντησή μου αυθόρμητη ως είθισται, αποφάσισα να χρησιμοποιήσω έναν επαναστατικά αμερόληπτο τρόπο επιλογής:

Α μπε μπα μπλομ, του κι θε μπλομ,
α μπε μπα μπλομ του κι θε μπλομ...


μπλιμ...

μπλομ!


Αφιερωμένο εξαιρετικά στο αφεντικό μου που ακόμα δεν ξέρει τί δώρο ακριβώς θα μου κάνει για τα Χριστούγεννα και με ποιό τρόπο θα μου το σερβίρει...

posted by mindstripper @ 12/12/2005 04:38:00 pm  | 23 Comments | 

Thursday, December 08, 2005

Λόγος-αντίλογος

Λόγος:
Promise me you'll wait for me
'cause I'll be saving all my love for you
and I will be home soon

Αντίλογος:
Promise me you'll wait for me
I need to know you feel the same way too
and I'll be home, I'll be home soon
[η μούσα Beverly Craven]

Λόγος:
Η ζωή ξεκινά δυνατά και πατά σ’ άλλους γαλαξίες
Συγχωρεί τους πολύ τολμηρούς, τους τρελούς και τις αξίες

Αντίλογος:
Η ζωή τρέχει μ’ έτη φωτός ο καιρός δεν την τρομάζει
Προχωρεί και γι’ αγάπες παλιές ούτε που το κουβεντιάζει
[ο αξεπέραστος Δημήτρης Μπάσης]

yin / yan
παραμύθα / καθρέφτης
λογική / συναίσθημα
υποχώρηση / χρόνος
καταπίεση / μπαμ
καλός / κακός

...
χμ...
αυτό το τελευταίο δεν μου κάθεται καλά, κάτι δεν ακούγεται σωστά...
...

Το βρήκα!
καλός / κακός / άσχημος

[Αρχή μονολόγου]
- Τί σχέση έχει παιδάκι μου το άσχημος; Ξεφεύγει από το pattern, δεν το βλέπεις;
- Ε, τί θες να κάνω; Αφού έτσι μού 'ρχεται! Πρέπει να έχει σχέση με τ' άλλα, ντε και καλά;
- Ε... ναι... Δεν πρέπει;...

...

- Δε με παρατάς λέω γω! Με μπέρδεψες! Από το τί πρέπει και το τί θες, εσύ θα κάνεις του κεφαλιού σου στο τέλος.
- Να, κι άλλο! λογική / συναίσθημα / αναρχία.
- Καλά. Εγώ πάω για ύπνο. Πρόσεξέ με τί λέω: Ύ-πνος. Άλλη μία παράμετρος στην καταπίεση και το μπαμ σου. Σταδιάλα...
[Τέλος μονολόγου]

Ζζζζ...

posted by mindstripper @ 12/08/2005 01:51:00 pm  | 19 Comments | 

Tuesday, December 06, 2005

Ημερολόγια πεταλούδας

Έξοδος με τα παιδιά από τη δουλειά. Κλείσιμο των ρολών και ομαδική εξόρμηση σε γνωστή μπυραρία της Λεωφόρου Κηφησίας. Χωριζόμαστε σε ομάδες, άλλοι με μηχανές κι άλλοι με αυτοκίνητα.

"Να έρθω απο κει να σε πάρω και να πάμε παρέα ή θα πας με κανέναν άλλον;" με παίρνει ο Η. τηλέφωνο από εξωτερική δουλειά.
"Άσε, θα πάω με τον Δ. που έχει και μηχανάκι", απαντώ. "Θα τα πούμε εκεί."

Τις έχω αγαπήσει και τις έχω μισήσει πολύ τις μηχανές, παρ' ότι το μόνο τιμόνι που έχω πιάσει ποτέ στα χέρια μου είναι αυτό του αυτοκινήτου. Υπήρχε μία περίοδος στη ζωή μου η οποία ήταν ταυτισμένη με αυτές, και σε προσωπικό αλλά και σε επαγγελματικό επίπεδο. Αγαπημένη εποχή, άνθρωποι που γελούσαν πάντα δυνατά, αστεία και φάρσες, ταξίδια και συγκεντρώσεις, ζωή έντονη, ζωή που την νοιώθαμε να τρέχει μέσα στις φλέβες μας σαν κονιάκ ζεστό, την βλέπαμε να μας προσπερνάει κι εμείς ζαλισμένοι τρέχαμε ξοπίσω της καβάλα στις μηχανές - μπας και την προλάβουμε.

Ζωή που υπήρχαν στιγμές -κι αυτό το λέω τώρα, μετά από αρκετά χρόνια- που είχαμε καταφέρει να την αιχμαλωτίσουμε για λίγο στη χούφτα μας, σαν μία μπλε πεταλούδα, με δύο μεταξωτές υδατογραφίες γεμάτες από κίτρινες σταλαγματιές και πορτοκαλοκόκκινα ουράνια τόξα για φτερά.
Εκείνη όμως άρχιζε να χτυπιέται και να σπαρταράει. Κι εμείς σαστίζαμε, τρομάζαμε από την απερισκεψία και την επιμονή της να φτερουγίζει με όλη της τη δύναμη, αδιαφορώντας για οποιοδήποτε ενδεχόμενο τραυματισμού...
Κι έτσι την αφήναμε και πέταγε ξανά ψηλά, θαυμάζοντάς την, καθώς απομακρυνόταν χορεύοντας και χοροπηδώντας.
Ελεύθερη.
Ελεύθεροι κι εμείς μαζί της, μετανιωμένοι που τολμήσαμε να αιχμαλωτίσουμε την αιθέρια εκείνη μορφή ζωής, έχοντας καταλάβει ότι πολύ απλά η ομορφιά του κόσμου δεν είναι ένα σουβενίρ που το βγάζεις πού και πού από το συρτάρι σου για επίδειξη.
Είχαμε καταλάβει ότι αντί να παλεύουμε να συγκεντρώσουμε λίγους κόκκους άμμου από τον ωκεανό που απλωνόταν μπροστά μας σε ένα τόσο δα μικρό μπουκαλάκι, έπρεπε να βγάλουμε φτερά και, σαν την πεταλούδα, να πετάξουμε πάνω απ' αυτόν τον ωκεανό με όλο μας το πάθος, όλη μας την ορμή.
Κι αν ήταν αυτό το ίδιο το πάθος η αιτία να ξεψυχήσουμε μία ώρα νωρίτερα, αν ήταν η βρυχώμενη ορμή εκείνη που θα μας οδηγούσε στην τελειωτική εξάντληση, ας ήταν κι έτσι...

Αυτό ήταν το μέσα μας τότε.
Έτσι νοιώθαμε.
Ο κόσμος όλος στα πόδια μας...

Μέσα στην υπεροψία και την αλαζονεία που με διαφέντευαν, θυμάμαι έντονα εκείνες τις στιγμές που -ταξιδεύοντας πάνω σε μια μηχανή- κοίταζα τα πάντα γύρω μου με ύφος αχόρταγο και κτητικό.

"Σήμερα είναι ωραία μέρα για να πεθάνει κανείς", έπιανα τον εαυτό μου να σκέφτεται μερικές από κείνες τις στιγμές που σε χορταίνουν για μια ζωή ολάκερη.

Κι εκείνη η μέρα ήρθε να με συντρίψει με όλη της την οργή και την ειρωνεία.
Ήρθε να μου δώσει μία δυνατή γροθιά στα δόντια και να γελάσει με το θέαμα που της προσέφερα ως κομπάρσος, όταν έκλαιγα και θρηνούσα την άδικη απώλεια του πρωταγωνιστή που εκείνη είχε διαλέξει.
Ήταν η ψυχή όλων μας, ο Δ.
Το ένα φτερό της πεταλούδας μου κομματιάστηκε - ποτέ δεν έγιανε ολοκληρωτικά. Και η πορεία της πάντα θα παρέκλινε λίγο από την ευθεία που είχε ορίσει, σε σημείο που μερικές φορές ο τελικός προορισμός του ταξιδιού ήταν εντελώς διαφορετικός από τον αρχικό.

Έτσι άρχισε ο προορισμός να μην έχει τόση σημασία, αλλά η ασφάλεια του ταξιδιού προς αυτόν.

Πέρασε ο καιρός.
Κι ήρθε άλλη μία τέτοια μέρα.
Η πεταλούδα χτυπήθηκε και από το άλλο της φτερό, εκείνο το μεσημέρι που ο Χ. αποφάσισε να φύγει δίχως να μας χαιρετίσει.
Το χτύπημα ήταν πολύ πιο ισχυρό ετούτη τη φορά.
Και ύπουλο, πολύ πιο ύπουλο...
Η ανάλαφρη ομορφιά της πεταλούδας καταστράφηκε, τα ζωηρά της χρώματα ξεθωριάσαν. Τα φτερά της έμοιαζαν με φριχτά, τσαλακωμένα ρούχα που μόλις είχαν βγει από το πλυντήριο.
Έμεινε έτσι για πολύ καιρό, σταμάτησε να πετάει, όχι επειδή δεν ήθελε, αλλά επειδή ο φόβος δεν της το επέτρεπε.

Κι έτσι με τον καιρό, το πέταγμά της άλλαξε.
Έγινε πιο συγκρατημένο, λιγότερο ορμητικό, με μία πορεία σταθερή πάνω από μία συκεκριμένη περιοχή του ωκεανού - αυτήν που ήταν περισσότερο προστατευμένη από τις βροχές και τον αέρα.

Είναι περίεργο πώς αλλάζει η αντίληψή μας μεγαλώνοντας.
Ένα συμβόλαιο έχουμε με τη ζωή.
Όταν είμαστε μικροί δίνουμε βάση στους περιοριστικούς όρους. Προς μεγάλη μας χαρά, αυτοί δεν υπάρχουν.
Μα καθώς μεγαλώνουμε, συνειδητοποιούμε ότι δεν είναι μόνο οι περιοριστικοί όροι που δεν υφίστανται.
Είναι και οι όροι αποζημίωσης.
Ανύπαρκτοι.

Κι έτσι, ύπουλα, μπαίνουν οι προτεραιότητες με το πέρασμα των χρόνων...

Αυτά σκεφτόμουν την ώρα που ήμουν επάνω στη μηχανή με τον συνάδελφό μου κατά τη διάρκεια της επιστροφής, έχοντας τα μάτια μου μισόκλειστα, ευτυχισμένη σχεδόν από την ξεχασμένη αίσθηση του αέρα επάνω στο πρόσωπό μου. Η ώρα με τους συναδέλφους μου είχε περάσει πολύ ευχάριστα, ήπιαμε τις μπυρίτσες μας, φάγαμε τις ποικιλίες μας, είπαμε τα αστεία μας, οι άντρες ρίξαν ιδέες για μία πιο σοβαρού τύπου μελλοντική συγκέντρωση (σκυλάδικο, στριπτιτζάδικο κτλ) και κατά το πολιτικώς ορθόν πρωτόκολλο, το διαλύσαμε γύρω στις 9 και μισή το βράδυ.

Ε, ξέρεις τώρα... είχαμε όλοι αγώνα την επόμενη ημέρα.

"Μόνο που δεν έχω να σου δώσω κράνος. Φυσάει κιόλας λίγο..."
"Δεν πειράζει, καλός είναι ο αέρας. Πάντα τό 'λεγα ότι είναι λυτρωτικά τα δάκρυα πάνω σε μια μηχανή."

Κι αλήθεια, ήταν.

Ανάμεσα σ' αυτά, μου φάνηκε σαν να είδα μία μικρή, άσχημη, γκρίζα πεταλούδα να πετάει άτσαλα πάνω από τον ουρανό της Ατικής.
Αποφάσισα να της κρατήσω παρέα.
Έστειλα τις προτεραιότητές μου στον διάβολο και γύρισα σπίτι μου στις 5 το πρωί.

posted by mindstripper @ 12/06/2005 11:03:00 pm  | 12 Comments | 

Friday, December 02, 2005

Δωμάτιο με θέα

George Emerson: My father says that there is only one perfect view, that of the sky over our heads.
Cecil Vyse: I suspect your father has been reading too much Dante.



Καλό Σαββατοκύριακο :)

posted by mindstripper @ 12/02/2005 04:01:00 pm  | 14 Comments | 

Ένα μπεμπε έχει γενέθλια σήμερα

...κι επειδή του έχω πολύ μεγάλη αδυναμία, θέλω να του ευχηθώ να μείνει πάντα έτσι όπως είναι και να μην αλλάξει ποτέ-ποτέ-ποτέ!!!

Χρόνια πολλά και μπεεεευτυχισμένα γλυκέ μου. Με υγεία πάνω απ' όλα. ;-)

Να σε χαίρεται και να χαίρεσαι κι εσύ το ρεμάλι σου ;-)

posted by mindstripper @ 12/02/2005 03:14:00 pm  | 7 Comments |