@Gmail
@Our magic bus
@Twitter

Previous Posts

Archives

Wednesday, August 31, 2005

I am the sea

Is it me, for a moment...
Bell boy...
Love, reign o'er me...
Can you see the real me, can you, can you?





posted by mindstripper @ 8/31/2005 01:38:00 pm  | 3 Comments | 

Tuesday, August 30, 2005

Πείνασα

Λέω να κάτσω να φάω το γεύμα μου...

...στην αγαπημένη μου γωνία.

Κάνουμε και ντελίβερι... (:P)

...αλλά μην μας πάρετε από τα μούτρα αν αργήσουμε λιγουλάκι.


Δεν μπορώ να γράψω ετούτη την εβδομάδα. Μου είναι αδύνατον.
Την καλησπέρα μου.

posted by mindstripper @ 8/30/2005 07:36:00 pm  | 0 Comments | 

Monday, August 29, 2005

Η μέρα πριν...



Βλέπω χρώματα - κόκκινο, πράσινο, μπλε, πορτοκαλί
μετράω τις ώρες - δεκατρείς, δώδεκα, έντεκα
ξαναθυμάμαι τις μέρες - Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή
ακούω ξανά την αναπνοή μου - την είχα ξεχάσει
ο λίγος κόσμος που έχει μείνει φλυαρεί ασταμάτητα - γίνομαι εγωκεντρική και τους κοιτώ μισοκλείνοντας τα μάτια μου
θέλω να θρηνήσω το χρόνο που έρχεται και να βάψω με χρωματιστούς μαρκαδόρους τις μέρες που περάσαν - πώς ξανανοίγεις ένα βιβλίο που σε κάθε σελίδα του η μουντζούρα από το καρμπόν σου λερώνει τα χέρια και το πρόσωπο;
Η δική μου Πρωτοχρονιά μεταφέρεται για του χρόνου το καλοκαίρι - ίσως συμπέσει με κείνο το αστέρι που μας έκλεισε το μάτι σφυρίζοντας πάνω από το καράβι του Σωκράτη στη Γιάλη· ήταν ολοφάνερο ότι κάτι ήθελε να μας πει.

Σαν πας στην Αμοργό θυμήσου φεύγοντας να κοιτάξεις πίσω...

Η Χοζοβιώτισσα θα σε κοιτά από ψηλά μέχρι τα μεσοπέλαγα
Στην Αγία Άννα οι ανεμώνες θα ψυθιρίζουν χορεύοντας στις πεταλίδες το φευγιό σου
Η Γραμβούσα θα είναι ένα ποίημα εν πλω, χίλια μονοπάτια σε έναν προορισμό
Η Αγία Παρασκευή στην Καλοταρίτισσα θα σε καλεί από μακρυά, θα σου θυμίζει υποσχέσεις που έχεις δώσει στον εαυτό σου
Το Καλογηρικό θα μείνει εκεί να συντροφεύει το αγαπημένο σου σημείο, εκείνο που ποτέ δεν τελειώνει ο ορίζοντας
Ο Μούρος θα είναι ένας καθρέφτης· μέσα του θα βλέπεις την ψυχή σου να πετά ακίνητη και σιωπηλή σαν αητός
...κι ο Ζυγός θα σε αποχαιρετά παίζοντας το αγαπημένο σου τραγούδι
βάλε τη Μιράντα στο τέρμα!


Καλώς σας βρήκα...
Μανιφέστε, ελπίζω το κεράκι να έκανε τη δουλειά του. :)

posted by mindstripper @ 8/29/2005 08:27:00 pm  | 16 Comments | 

Sunday, August 07, 2005

Η βαλίτσα είναι έτοιμη...

...το θέμα είναι ποιός την κλείνει.
Απολύομαι και τρελλαίνομαι.
Θανάση, άντε στη βαλίτσα μάνα μου...

Φευγάτοι και μη, να προσέχετε όλοι τους εαυτούς σας. Με τρέλα και κορδέλα.

Εις το επανα-μπλόγκειν.

posted by mindstripper @ 8/07/2005 11:47:00 pm  | 5 Comments | 

Saturday, August 06, 2005

Είδα τα σύννεφα...



...και σαν τόσες άλλες φορές έτρεξα να δώσω φωνή στο μέσα μου.

Μιλτιάδης Πασχαλίδης
Σαν τραγουδάκι


Έτσι που ήρθες κι έφυγες,
δε σ' έμαθα ποτέ
πίσω απ' τα δυο σου μάτια
πήγες και κρύφτηκες
σαν τραγουδάκι μου 'μεινες
που όλο ξεχνάω τους στίχους

Και σε σφυρίζω, σε σφυρίζω
στα στενά σε μουρμουρίζω
μες στα λόγια σου βραχνιάζω
σε μπερδεύω, σε φωνάζω

Κι είναι και τώρα όπως και τότε
όπως τα βράδια που μου λείπεις
σαν το τσιγάρο που αργοσβήνει
το άγγιγμά σου που μ' αφήνει

Πώς άρχισες και τέλειωσες
δεν έμαθα ποτέ
σαν μια σταλίτσα γέλιο
πήγες και κρύφτηκες
σαν τραγουδάκι μου 'μεινες
που όλο ξεχνάω τους στίχους

Και σε σφυρίζω, σε σφυρίζω
στα στενά σε μουρμουρίζω
μες στα λόγια σου βραχνιάζω
σε μπερδεύω, σε φωνάζω

Κι είναι και τώρα όπως και τότε
όπως τα βράδια που μου λείπεις
σαν το τσιγάρο που αργοσβήνει
το άγγιγμά σου που μ' αφήνει...

Στίχοι, μουσική: Θοδωρής Παυλάκος

posted by mindstripper @ 8/06/2005 05:30:00 pm  | 4 Comments | 

Friday, August 05, 2005

Απίστευτος διάλογος

Μόλις πλακώθηκα -σε χοντρό βαθμό- με άνθρωπο συνομήλικό μου για θρησκεία και μοναστήρια, με αφορμή την μελλοντική μου επίσκεψη στη Χοζοβιώτισσα.

Η κουβέντα ξεκίνησε εντελώς αβίαστα και κατέληξε σε έναν πολύ γερό καυγά, τον μοναδικό που έχω κάνει με συνάδελφο από τότε που ήρθα στην εταιρία.

"Το πρόβλημά μου είναι ότι θα πρέπει να πάρω μαζί μου κάτι πολύ μακρύ για να μπω μέσα."

"Ε, παρεό δεν έχεις;"

"Kαι ποιός σου είπε ότι μπορείς να μπεις μέσα με παρεό; Εδώ άκουσα ότι δεν αφήνουν μέσα άντρες που φορούν βερμούδα. Παπαριές τώρα..."

"Αν δεν σέβεσαι κάτι και δεν μπορείς να υπακούσεις στους κανόνες του τότε καλύτερα να μην το κάνεις καθόλου! Δεν μπορείς να χαρακτηρίζεις έναν άνθρωπο παπάρα και μετά να περιμένεις να σου ανοίξει το σπίτι του."

"Μα δεν είναι δικό του το σπίτι! Και δεν πάω να προσκυνήσω αυτόν για να σεβαστώ τους κανόνες που αυτός έχει θέσει! Μπας και νομίζεις ότι σκοπεύω να μπω στο μοναστήρι με τη φούστα ίσαμε τον κώλο μου; Είσαι σοβαρός τώρα; Ή μήπως θέλεις να μιλήσουμε περί υποκρισίας;"

"Άν είναι έτσι τότε έχεις πρόβλημα. Εγώ πιστεύω ότι δεν είσαι άξια να μπεις σε αυτό το μοναστήρι από τη στιγμή που βάζεις τον εαυτό σου και το τί γουστάρεις εσύ να κάνεις πάνω από την πίστη! Να μάθεις να σέβεσαι μερικά πράγματα."

"Για ποιούς κανόνες μου μιλάς και με κρίνεις κι από πάνω; Της εκκλησίας ή της θρησκείας; Θα κολαστεί ο Θεός αν δει μέσα στο χώρο του την αντρική τη γάμπα; Μήπως θα πρέπει να αρχίσεις να διαχωρίζεις μερικά πράγματα;"

Τέλος πάντων, επειδή συζητήθηκαν πρωτόγονες κατ' εμέ αντιλήψεις, χειρότερες κι από αυτές που πιστεύει η θειά μου η Βασίλω στο χωριό, από έναν άνθρωπο νέο που τον ξέρω τόσα χρόνια (κι αυτό ήταν που με στεναχώρησε πάρα πολύ), δεν θα επεκταθώ πολύ επί του θέματος.

Ένα πράγμα όμως με εντυπωσίασε τρομερά... Το ότι ενώ ο συγκεκριμένος άνθρωπος είναι από τους πιο ήρεμους και πράους στην εταιρία, ξαφνικά τον είδα να υψώνει τη φωνή του και να μου μιλάει με ύφος 100 καρδιναλλίων κι έναν τόνο γεμάτο περιφρόνηση, αρνούμενος ταυτόχρονα να κάτσουμε και να αναλύσουμε οποιοδήποτε επιχείρημα. Απλά, από ένα σημείο και μετά, και ύστερα από ηλίθιους παραλληλισμούς του στυλ ότι δεν μπορώ να πάω σπίτι του και να ανάψω τσιγάρο εφ' όσον αυτός το απαγορεύει, από ένα σημείο και μετά λοιπόν που απέρριψα και αυτόν τον τρόπο συλλογισμού του (το σπίτι σου φίλε μου είναι σπίτι σου και το κελί του καλογήρου είναι κελί του - δεν είναι αυτό που θέλω να προσκυνήσω, αλλά αν με αναγκάσεις στο τέλος θα την βάλω και τη φούστα από τον αστράγαλο μέχρι τη μύτη μου) δεν δεχόταν να ακούσει τίποτα.

Μεγαλώνοντας, καταβάλω καθημερινά μεγάλες προσπάθειες να μην γίνω κυνική. Αυτό και το να κρατήσω την πίστη μου στον εαυτό μου πρώτα, κι έπειτα σε ό,τι υπάρχει ή δεν υπάρχει εκεί πάνω και μας βλέπει ή δεν μας βλέπει, και που σίγουρα αν υπάρχει είναι η τελευταία δύναμη στον κόσμο που κατακρεουργεί καθημερινά τη ζωή μας.

Στενοχωριέμαι ειλικρινά να βλέπω ότι άνθρωποι της γενιάς μου κουβαλάνε ακόμα τέτοιου είδους παρωπίδες και το χειρότερο, τις μεταφέρουν και στα παιδιά τους...

Με παρηγορεί από την άλλη το γεγονός ότι μπορεί ο συγκεκριμένος να είναι απλά ένας κολλημένος από γεννησιμιού του και ουδέποτε να είχε την ικανότητα να πάρει μέρος σε οποιαδήποτε συζήτηση αντίθετη με τις απόψεις του.

Να μην τα ισοπεδώνουμε και όλα. Γιατί μετά πάει, χάθηκε κάθε ελπίς...

posted by mindstripper @ 8/05/2005 03:02:00 pm  | 9 Comments | 

Ένα τζιτζίκι στο μπαλκόνι μου

Καλοκαιράκι... Και κάθε καλοκαιράκι έχω πάντα συντροφιά τα τζιτζίκια που ακούγονται απ’ έξω. Είτε από τον δρόμο και τα τρία-τέσσερα δέντρα που υπάρχουν σ’ αυτόν ή από τα άλλα σπίτια που έχουν κήπους – ή δείγμα κήπου τέλος πάντων...

Αυτή τη φορά όμως, είναι στ’ αλήθεια ένα τζιτζίκι έξω στο μπαλκόνι μου! Γκαρίζει εδώ και μία ώρα. Κι εγώ έχω κλάσει πατάτες κανονικά. Και για να εξηγούμεθα, όταν λέω είναι απ’ έξω, είναι απ’ έξω, όχι αστεία! Την έχει στημμένη έξω ακριβώς από τη μπαλκονόπορτα ετούτη τη στιγμή που γράφω. Δεν έχω εντοπίσει ακριβώς σε ποιά γλάστρα έχει κατασκηνώσει. Πώς να το εντοπίσω; Για να το εντοπίσω πρέπει να βγω έξω! Κι εγώ τώρα δε βγαίνω που νά‘ρθει έξω από το σπίτι με ελικόπτερο ο ίδιος ο Τζουντ Λόου και να μου προτείνει να πεταχτούμε για σαρδέλα και Amstel στη Σικελία (δεν τον μπορώ τον αστακό, αυτό το φαϊ το τρώνε οι μαζόχες – μέχρι να το καθαρίσεις σου έχει κοπεί η όρεξη).

Αλλά ξέρω γιατί ήρθε ο τζίτζιρας! Βρήκε δροσιά και τσουπ, νά ‘τονε! Έχω τόσες μέρες που προσπαθώ να εγκαταστήσω ένα ρημαδιασμένο ποτιστικό για τις γλάστρες μου. Κι έξω στο μπαλκόνι, ο τόπος είναι μονίμως γεμάτος νερά. Η αλήθεια είναι ότι και μέσα στο σπίτι επικρατεί η ίδια κατάσταση αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας. Είναι η πρώτη φορά φέτος εδώ και χρόνια που θα φύγω για τρεις συνεχόμενες εβδομάδες και έχω πάθει αμόκ. Πού θα αφήσω τα λουλούδια μου μόνα κι έρμα χωρίς νεράκι για τόσες μέρες;...

Το γιασεμάκι μου έχει μεγαλώσει πάρα πολύ. Του έχω περάσει σκοινιά και έχει σκαρφαλώσει με τον καιρό πάνω από τις δύο πόρτες του μπαλκονιού.

Τα νυχτολούλουδα πάλι που θέλουνε πολύ νεράκι με τέτοια ζέστη που κάνει, δεν μπορώ καν να σκέφτομαι ότι θα φύγω και θα τα αφήσω με τρία-τέσσερα μπουκάλια του λίτρου νερό στο καθένα τους. Δεν θα κρατήσουν...

Να μην πω για την βουκαμβίλια μου. Είναι μεγάλη πότισσα, μου θυμίζει εμένα στα νιάτα μου.

Η γαρδένια μου πάλι; Που είδα κι έπαθα να τη σώσω μετά από κείνο το παλιο-λίπασμα που κόντεψε να την κάψει;

Αχ, κι αυτά τα γαρυφαλλάκια μου που τόσα χρόνια όλο πετάνε, πετάνε λουλουδάκια... μου θυμίζουν μικρά παιδιά, το θεωρώ δεδομένο ότι θα είναι πάντα εκεί να μου χαρίζουν απλόχερα την τρυφερή αγκαλιά, τ’ όμορφο άρωμά τους, τα κόκκινα, κατακόκκινα σαν αίμα άνθη τους με μυρωδιά κανέλλα.

Ο κισσός μου... Που πριν από χρόνια μου τον είχε φέρει μία φίλη σ’ ένα τόσο δα μικρό πήλινο βαζάκι που αντί για χώμα, είχε μέσα του κάτι μεταξύ άχυρου και ροκανιδιού...
"Καλά, δεν είναι τίποτα, έτσι για το καλορίζικο του σπιτιού στο έφερα. Ξέρεις... αυτά πιο πολύ διακοσμητικά είναι, με τον καιρό ξεραίνονται. Αλλά μου φάνηκε πολύ όμορφο, δε βρίσκεις;"
Η φιλοσοφία μου: τί να ξεραθεί σε δύο μήνες, τί τώρα... Το μεταφύτευσα την ίδια μέρα. Για να μ’ ευχαριστήσει γέμισε με πυκνό φύλλωμα κι έχτισε έναν κορμό χοντρό, σχεδόν σαν του φύκου, του άλλου καμαριού μου. Το μοναδικό φυτό που πήρα υπό την προστασία μου πρόσφατα σε μεγάλη ηλικία...

Στον οποίον φύκο, θεωρώ πολύ πιθανόν να έχει κρυφτεί αυτός ο παλιο-τζίτζιρας! Διότι παρα-κουνιόταν το φύλλωμά του έτσι όπως το κοίταζα πριν. Λες να είχε τη φωλιά του εκεί πέρα από τη μέρα που τον βούτηξα από τη μάνα μου; Μπααα... Αν ήταν έτσι, θα με είχαν ήδη γράψει οι εφημερίδες ως τη γκόμενα που βγήκε από τον δρόμο ενώ προσπαθούσε να διώξει από το παράθυρο του αυτοκινήτου της έναν τζίτζικα με ό,τι της βρισκόταν πρόχειρο εκείνη τη στιγμή: το τιμόνι.

Είναι και η κωφέα μου... Έτσι μου είπε ο μάστορας ότι το λένε. Ένα φυτό με πολύ λεπτούλι φύλλωμα και μικρά, πολύ πολύ μικρά μωβ λουλουδάκια. Δεν ξέρω γιατί μου άρεσε τόσο πολύ όταν την είδα στο ανθοπωλείο. Υποθέτω ήταν μία από αυτές τις ώρες που με πιάνει το αλλοπρόσαλό μου. Εγώ θυμάμαι ότι μπήκα μέσα για να πάρω μία αζαλέα. Αλλά προτίμησα το ασχημόπαπο instead (γυναίκες...).

Η μαργαριτούλα που έκοψα από την γλάστρα της κολλητής μου πριν από έναν μήνα περίπου, μου φαίνεται ότι έχει ‘πιάσει’ και χαίρομαι ιδιαίτερα. Και η άλλη, η περίεργη, με τα δίχρωμα άνθη, που είχα αγοράσει από έναν πλανόδιο, νομίζω ότι την γλύτωσε κι αυτή. Γύρισα από τη Σάμο και την βρήκα σε οικτρή κατάσταση. Έπρεπε να την δω καμμιά δυο φορές στον ύπνο μου μέχρι να σιγουρευτώ ότι θα την βγάλει καθαρή τελικά...

Τα κακτάκια μου πάλι, έχουν αρχίσει και πετάνε τα λουλουδάκια τους... Αυτό που γουστάρω περισσότερο απ’ όλα σ’ αυτά τα φυτά είναι ο τσαμπουκάς τους. Μπορεί τα περιστέρια να μου έχουν τσακίσει ένα παχύφυλλο που έχω (το οποίο πλέον διακοσμείται από ένα τείχος πλαστικού συρματοπλέγματος), αλλά τους κάκτους μου δεν τους πλησιάζουνε. Ένας είναι ο αρχηγός τους σε τούτο το σπίτι. Αυτός έχει βρει τη γωνιά του που λέει και η γιαγιά μου, κι έχει θεριέψει. Του χρόνου θα μου ρίχνει 3-4 πόντους, την βλέπω τη δουλειά (και έχω ανάστημα άνω του μετρίου ζωή νά ‘χω).

Νομίζω ότι θα είναι το πρώτο μου φυτό που θα αποχωριστώ με σπαραγμό καρδίας, καθώς σε 3-4 χρονάκια δεν υπάρχει περίπτωση να το χωράει το σπίτι...

Θα πάω να το φυτέψω στο Ζάππειο να φοβερίζει τα περιστέρια. Άσε που αν συνεχίσει να αναπτύσσεται με τους ίδους ρυθμούς, είμαι σίγουρη ότι θα τον δω σε κάποιο από τα μελλοντικά επεισόδια του Τζουράσικ Παρκ να ξεκάνει τον τυρανόσαυρο-Χ single-handed...

Ο τζίτζικας σταμάτησε. Να δεις που θα κρυφο-κοιτάζει απ’ έξω, ανάμεσα στα δροσερά φυλλαράκια του φύκου, θα προσπαθεί να φιλτράρει τον ήχο του πληκτρολογίου μέσα στη σχετική ησυχία του χώρου, και θα σκέφτεται:

Μα τί κάνει τόση ώρα αυτή η κακομοίρα εκεί μέσα;… Αυτοί οι άνθρωποι με τους ήχους τους... Αν τραγουδούσα εγώ συνέχεια τον ίδιο μονότονο, κουραστικό, χωρίς μελωδία σκοπό, να δεις θα της άρεσε;...

Νύχτα καλή στον τζίτζιρα, νύχτα καλή και σε μας.

posted by mindstripper @ 8/05/2005 12:00:00 am  | 8 Comments | 

Thursday, August 04, 2005

Brainstorming

Από μία λέξη ξεκινάει πάντα και στην πορεία συνώνυμα και ετερώνυμα δεν έχουν απολύτως καμμία διαφορά.


Αδερφέ, σ' αγαπάω πολύ κι μας μη μας μάθαν να το λέμε.

posted by mindstripper @ 8/04/2005 04:52:00 pm  | 0 Comments | 

Αφού ξηγιέται έτσι...

Έχω μία πελάτισσα η οποία κάθε φορά που θέλει μία αλλαγή μου στέλνει mail του παρακάτω τύπου:

"Το logo τάδε EXEI ΜΑΥΡΟ BACKGROUND!!!"
ή
"To "τάδε κείμενο" να βγει έξω από το bullet!!!!"

Αν της στείλω ένα mail που να λέει:

"Άντε, καλές διακοπές και ΚΑΛΟ ΣΟΥ ΤΑΞΙΔΙ!!!"

λέτε να το πάρει στραβά;...

posted by mindstripper @ 8/04/2005 11:17:00 am  | 4 Comments | 

Wednesday, August 03, 2005

Συμπτώσεις

Με επισκέπτεται στη δουλειά ένας καλός μου φίλος, ο Γ. Στο διπλανό μου γραφείο, κάθεται η μεγάλη μου αδυναμία, ο Η.

Τα παιδιά δεν γνωρίζονται μεταξύ τους, παρ' ότι το έχω συνήθειο να ανακατεύω τις παρέες μου. Εκεί που μιλούσα με τον Γ. χτυπάει το κινητό του με μία άγνωστη αλλά περιέργως γνώριμη -μου φάνηκε- μελωδία. Βλέπω τον Η. να τον κοιτάζει έντονα. Παραξενεύομαι, γιατί τον ξέρω πολύ καλά και ποτέ δεν συνηθίζει να κοιτάζει απροκάλυπτα κάποιον, ακόμα κι αν έχει την καλύτερη αφορμή στον κόσμο.

Ξαφνικά, χτυπάει και το δικό του το κινητό.

Με την ίδια ακριβώς μελωδία...

Σύμπτωση θα μου πεις.

Κι έτσι όπως το σκεφτόμουν, συνειδητοποίησα για πρώτη φορά ότι πριν μία εβδομάδα είχαν και οι δύο τα γενέθλιά τους με 3 μέρες διαφορά.

Σύμπτωση θα μου πεις ξανά.

Ξέρω κι εγώ;...

posted by mindstripper @ 8/03/2005 03:47:00 pm  | 0 Comments | 

Tuesday, August 02, 2005

Σαν παλιό σινεμά (όχι θερινό όμως)

Έκδοση Βου (μη εμπλουτισμένη αλλά διαβασμένη από παπά - κάναμεν ευχέλαιον)

Καταμεσήμερο Σαββάτου. Αφόρητη ζέστη. Ένας τζίτζικας που ακούω που και που στο μπαλκόνι, δεν βγάζει τσιμουδιά - να δεις που έσκασε τελικά. Παίρνω έναν φίλο (τον μοναδικό που είχε απομείνει στην Αθήνα για Σαββατοκύριακο) τηλέφωνο.

"Εγώ θα πάω να δω το Sin City, θα έρθεις;"

"Είσαι τρελή που δεν θα έρθω; Πες μου πού και δίνουμε ραντεβού μισή ώρα πριν, έξω από το σινεμά."

"Ωραία, 6 η ώρα ξεκινάει η ταινία στον *τάδε κινηματογράφο*, στην Αχαρνών. 5 και μισή απ' έξω."

"Τί;;; Δε θα πάμε σε θερινό;"

"Πας καλά; Τον Ντελ Τόρο θα βλέπω ή τις νυχτερίδες που θα πετάνε πάνω από τα κεφάλια μας; Ή μπας και θες να σου θυμήσω τί είχε γίνει την τελευταία φορα, τότε που προσγειώθηκε στο τραπέζι μας εκείνο το τέρας, η ιπτάμενη κόκκινη κατσαρίδα; Όχι δηλαδή, αν θες να σου το θυμήσω..."

"Καλά, καλά! Εντάξει! 5 και μισή απ' έξω!"

Δεν έχω κάτι με τους θερινούς κινηματογράφους. Αντιθέτως, αγαπώ πάρα πολύ την αίσθηση του ανοιχτού χώρου και των αστεριών της καλοκαιρινης νύχτας, ειδικά όταν αυτή συνοδεύεται από ένα απαλό αεράκι να σου χαϊδεύει το πρόσωπο. Αλλά μερικά είδη ταινιών, μου είναι απλά αδύνατον να τα δω σε αυτούς. Ακόμα θυμάμαι εκείνη τη φορά που με είχαν καταφέρει κάτι φίλοι να πάμε σε θερινό για να δούμε το Μάτριξ το 2. Ένα η ταινία που ήτανε μάπα, δύο τα εφέ που ήταν ανύπαρκτα χωρίς τη σωστή υποστήριξη ήχου, τρία οι διπλανοί που είχαν κοντέψει να βγάλουν τα μάτια τους εκεί μπροστά μας, έδωσα ευχή και κατάρα στον εαυτό μου να μην ξαναπάω να δω περιπέτεια σε θερινό. Διότι μερικά πράγματα δεν γίνονται. Ι-μπο-σί-μπι-λε, πώς το λένε δηλαδή...

Φτάνει η ώρα 5 και μισή. Εγώ να έχω στηθεί απ' έξω από τις 5 και είκοσι. Την περίμενα από το χειμώνα αυτην την ταινία, είχα πρήξει πολύ κόσμο... Καταφθάνει ο φίλος, ρίχνει μία εξεταστική ματιά στον κινηματογράφο σαν να ήταν γκόμενα (από κάτω προς τα πάνω), ρίχνω κι εγώ μία προειδοποιητική ματιά στον ίδιο να μην βγάλει 'κιχ' (βλέμμα καρφί, στυλ Βιετκόνγκ) και μπαίνουμε μέσα.

Ερημιά στην είσοδο. Πάμε προς το ταμείο, βγάζουμε τα εισιτηριάκια μας, προχωρούμε προς την αίθουσα... παρατηρώ τεράστια νέκρα σε μπαρ και διαδρόμους. Κοιτάζω το ρολόι μου.

"Μπα, καλά έχουμε έρθει", απαντώ δυνατά στον εαυτό μου.

Θα μου πεις, Σαββατο απόγευμα, Ιούλιος μήνας με καύσωνα όξω, θα ήταν πολλοί οι ελαττωματικοί σαν και μας που θα ξεκινούσαν για σινεμά τέτοια ώρα;

"Τί λες πάλι;..."
, μου λέει ο φίλος μου. "Τέλος πάντων, μπες μέσα εσύ, πάω να επισκεφτώ την τουαλέτα του μαγαζιού κι έφτασα."

"Καλά, να σου πω, σε περίπτωση που σε πάρει η ώρα, θα κάθομαι τέρμα πίσω, ε;"

"Καλά, καλά, πήγαινε εσύ κι έφτασα."

Προχωρώ λίγο ακόμα, μπαίνω στην αίθουσα. Ρίχνω μία ματιά γύρω μου και κοκκαλώνω. Βλέπω καλά ή κάνουν πουλάκια τα ματάκια μου; Δεν είναι δυνατόν! Γυρίζω αριστερά-δεξιά, πάνω-κάτω, πίσω-μπρος... Ανοιγοκλείνω τα μάτια μου. Κι όμως, είναι αλήθεια. Η ώρα είναι 6 παρά πέντε και η αίθουσα είναι παντελώς άδεια! Ψυχή! Τίποτα ντιπ, νιετ κόσμο στο κερκίντα!

Ένα τεράστιο χαμόγελο σχηματίζεται στο πρόσωπό μου, ακούω τον εαυτό μου να βγάζει έναν απροσδιόριστο ήχο – διασταύρωση χαρούμενου μουγκρητού και πνιχτής τσιρίδας, ανεβαίνω όλον τον διάδρομο για να φτάσω στην γαλαρία χοροπηδώντας, πετάω σε ένα κάθισμα την τσάντα μου, απλώνω την κορμάρα μου σ' ένα άλλο, παρατάω και τα μπουκάλια με το νερό παραδίπλα και μένω έτσι, να χαζεύω το υπόλοιπο της αίθουσας απλωμένο στα πόδια μου, καθώς ο κινηματογράφος ήταν αμφιθεατρικά φτιαγμένος κι εγώ ήμουν 12 χρονών ξανά, επάνω στον εξώστη...

Ξαφνικά, την ψωνίζω. Ξαφνικά δεν είμαι εγώ, δεν είμαι καν παιδί, είμαι ο ο Έλβις, τότε που νοίκιαζα ολόκληρες αίθουσες στο Μέμφις για να δω μόνος μου μεταμεσονύχτιες προβολές ταινιών καράτε που γούσταρα. Τραβήχτε με κάποιος μια φωτογραφία, είμαι για εξώφυλλα, το αισθάνομαι, εγώ κι ο Ντι Κάπριος στον Τιτανικό. King of Rock 'n' Roll ο ένας, King of the World ο άλλος, Queen of Αχαρνών και Περιχώρων εγώ, ένας Fisher King μας έλειπε κιόλας (κι αν σκέφτεσαι να πεις κάτι, do not speak now or else you will hold your silense for ever θες δε θες...)

Κι εκείνη την ώρα της έκστασης, μπαίνει στην αίθουσα ο φίλος μου.

"Μ*λ*κ*!!! Μόνοι μας θα είμαστε; Μ*λ*κ*!!!"
(κοίτα να δεις που εγώ την ψώνισα, αλλά τελικά αυτός από τη συγκίνηση θα αρχίσει τα μπινελίκια...)

Και μετά αμέσως, κοιτώντας με:

"Πώς είσαι έτσι ρε;"

Συνειδητοποιώ ότι είμαι με το ένα πόδι απλωμένο προς την ανατολή και το άλλο προς τη δύση, ενώ το χέρι μου θα πρέπει να σχημάτιζε πολύ περίεργη γωνία με το υπόλοιπο σώμα μου καθώς είχε μείνει να αιωρείτο με κάποιον υπερφυσικό τρόπο πάνω από το κεφάλι μου (έκανα πατικούρα τα σχέδια στο ταβάνι). Για τη φάτσα μου τί να πω - ίδια ο many-many-mmmany-years Λασάρντ πρέπει να ήμουνα... Ο Έλβις κάνει ένα πουφ! και εξαφανίζεται πίσω από την κουρτίνα της σκηνής. Συμμαζεύομαι αμήχανη και τσαντισμένη.

"Ε, τί πώς είμαι; Δεν αφήνεις τις βλακείες λέω γω... Δεν πα' να πάρεις κανα ποπ-κορν να έχουμε να τρώμε;"

Το κόλπο έπιασε κι ο φίλος μου άρχισε αμέσως τη γκρίνια, ξεχνώντας το δικό μου ρεζιλίκι με τη στάση για-τα-μπάζα που είχα πάρει. Μπήκαν στην αίθουσα άλλοι δύο-τρεις συνάδελφοι (ελαττωματικοί κι αυτοί) και η ταινία ξεκίνησε. Ξεχάσαμε ο ένας την ύπαρξη του άλλου. Μέχρι το τέλος της ταινίας, κόντεψα να ξεχάσω και τ' όνομά μου. Άρχισε η παρέλαση. Bruce Willis, Rutger Hauer, Clive Owen, Mickey Rourke, Benicio Del Toro, Elijah Wood. Πάρα πολύ ωραία, πολύ προσεγμένη παραγωγή. Δεν -έτυχε να- είμαι από τους fan του κόμικ και δεν ξέρω κατά πόσο πιστή ήταν η μεταφορά του στη μεγάλη οθόνη, αλλά αυτό που είδα με κατενθουσίασε.

Είναι ένα μικρό θαύμα. Και το θεωρώ, κάθε φορά, μεγάλη τιμή για μένα. Όταν δηλαδή η τέχνη καταφέρνει να βρει εκείνη την έκφραση που της ταιριάζει κι εγώ έχω την τύχη να υπάρχω στον συγκεκριμένο χώρο τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή για να την θαυμάσω και να την αποδεχτώ με τη θέρμη που της αξίζει. Μεγάλη υπόθεση...

Η "Αμαρτωλή Πόλη" κάποια στιγμή τελειώνει.

'Πέφτουν' και οι τίτλοι του τέλους. Τους βλέπουμε όλους, από την αρχή μέχρι το τέλος.

Προσωπική μου ιδιοτροπία αυτό. Από μικρό παιδί, κάθομαι και χαζεύω τους τίτλους. Όταν πολλές φορές τους κόβουν τα αιμοχαρή για διαφημίσεις τηλεοπτικά κανάλια, μου ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι. Γιατί οι τίτλοι του τέλους είναι μία προσωπική τελετουργία. Κι όχι μόνο επειδή έχω μάθει να το κάνω από σεβασμό προς όλους εκείνους που έχουν δουλέψει σκληρά γι αυτό...

Περιμένω πάντα –από μικρό παιδί- να κάνει την εμφάνισή του το Ελληνικό όνομα. Αν ψάξεις, θα το δεις στα σίγουρα ένα Ελληνικό όνομα να βρίσκεται κάπου εκεί.
Αυτή η ώρα των τίτλων πάλι, είναι η ώρα που χρειάζεται για να κατακαθίσουν μέσα μου τα συναισθήματα που μου έχει αφήσει το έργο.
Είναι το μεταβατικό στάδιο όπου επιστρέφω στην πραγματικότητα, στην καθημερινότητά μου.
Κι αυτή η μουσική των τίτλων, όσο μικρή χρονική διάρκεια και να έχει, είναι αυτή που βάζει τη σφραγίδα στη δημιουργία, στα όνειρα, στη διαστροφή, στη μιζέρια, στο βάθος, στην ψυχή του σκηνοθέτη, του ηθοποιού, του ίδιου μου του εαυτού.

Οι τίτλοι τελειώνουν.
Σιγή στον κινηματογράφο.

Ο φίλος μου κι εγώ αποχωρούμε ψιθυρίζοντας.

Elvis has left the building... ;)

posted by mindstripper @ 8/02/2005 01:24:00 pm  | 5 Comments | 

Φάντασμα, φάντασμα

Τώρα μόλις το συνειδητοποίησα! Έριχνα μία ματιά στο προηγούμενο post μου περί θερινού σινεμά και Sin City. Και ανακαλύπτω ένα λαθάκι στο κείμενο.

Το χέρι μου αμέριμνο πάνω από το mouse... πατάω το edit.

The post you were looking for was not found.

Ποιός ήρθε;;;

Γουρλώνω τα μάτια. Βαθιές ανάσες, ένα δυό, εν' δυο....

Τσακίζομαι να κοπιάρω το ποστ στο word και πάω τρεχάλα στο edit posts. Θα σου πω εγώ... Ψάχνω, ψάχνω... αμ σιγά μην το βρω!

Μια σατανική ιδέα περνάει από το μυαλό μου.

Γυρίζω πίσω.

Χτυπάω τα comments.

We're sorry, but we were unable to complete your request.

Τζίφος...

Να του κάνω κανα ευχέλαιο; Ρε συ φάντασμα, ξου από το μπλογκ μου καλέ. Διακοπές δεν κάνεις εσύ;

Σταδιάλα...

Update: Με το που ανέβασα ετούτο, μου έσβησε το προηγούμενο.
Ηθικό συμπέρασμα: Πάντα να σώζετε σε word και ποτέ να μην φοβερίζετε online.

Κι άλλο update: Το ποστ επανήλθε, το φάντασμα έφυγε, επιστροφή στην ρουτίνα.

posted by mindstripper @ 8/02/2005 12:59:00 pm  | 0 Comments | 

Monday, August 01, 2005

Άδειασμα

Σού 'χει τύχει ποτέ κάθε φορά που ακούς ένα συγκεκριμένο τραγούδι, να ξεχνάς ό,τι γράφεις και ό,τι σκέφτεσαι εκείνη τη στιγμή;...

Δε φταίω
Πάρε σου είπα τα φτερά μου
για να πετάξεις αψηλά
κι είπες μ' αρέσει εδώ χάμου
κάλλιο τα λίγα και καλά

Ξόδεψα την καρδιά μου όλη
για να σε ντύσω αστραπή
κι αντί για να φωτάς την πόλη
είπες ο κόσμος τι θα πει

Τώρα θα κλαις σε άδειο σπίτι
και θα σε λιώνει ο πυρετός
δε φταίω που 'μεινες σπουργίτι
δε φταις που ήμουνα αητός...
Ερμηνευτής: Γιώργος Νταλάρας
Στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος
Μουσική: Γιάννης Σπανός

Καληνύχτα και καλόν μήνα.

posted by mindstripper @ 8/01/2005 01:33:00 am  | 3 Comments |