Του κόκορα τ’ αυγό δε βγάζει περιστέρι.
Όλοι εμείς που αγαπάμε το χειροποίητο και που γουστάρουμε να στραβωνόμαστε και να παθαίνουμε αυχενικά και τενοντίτιδες πάνω από ένα κομμάτι πηλό ή από ένα πανί ή από ένα νήμα, μία κορδέλα, ένα σύρμα, μία χαντρούλα κίτρινη-κόκκινη-θαλασσιά, είμαστε - και το λέω αυτό με όλο το δέος και τον θαυμασμό που τρέφω προς αυτούς τους ανθρώπους - λίγο αυτιστικοί.
Ξεκινάει η μέρα, κάθε μέρα, και στο μυαλό μας τριγυρνάνε χρώματα και σχήματα και σχέδια και υφές. Γυρίζουμε το κεφάλι στα δεξιά και βλέπουμε μία κάλτσα πολύχρωμη και τη θαυμάζουμε σαν έργο τέχνης - κι αυτό γίνεται επειδή, απλούστατα, στ’ αλήθεια ρε συ αυτή η κάλτσα είναι ένα έργο τέχνης. Ύστερα γυρίζουμε το κεφάλι στα αριστερά και βλέπουμε ένα τελάρο που στο φόντο του κάτι δε μας πάει καλά, ένα σκίτσο που κάτι στραβοκάθεται στην προοπτική του. Θα φάμε τριάντα, σαράντα, εξήντα ώρες να το φέρουμε εκεί που μας υπαγορεύει ο τρελοκαμπερισμός μας. Ύστερα μέσα σε 5 λεπτά θα παραβούμε κάθε φραγμό και υποτιθέμενο κανόνα - και μία φορά στις σαράντα το ουφ και ο ατελείωτος πειραματισμός θα μεταμορφωθούν σε ένα διαμαντάκι που δημουργήθηκε από ένα καθαρό ατύχημα, το δικό μας ατύχημα ρε φίλε, εμάς των αυτιστικών.
Μπαίνουμε και στο pinterest φυσικά, εννοείται ότι μπαίνουμε στο pinterest και στα blogs και στο etsy και στο γιουβέτσι. Και κοιτάζουμε, και σημειώνουμε, και θαυμάζουμε, και ζηλεύουμε, και κάτι θα βουτήξουμε από τον έναν, και κάτι θα μας σβουρίξει η γκλάβα μας βλέποντας τον άλλον, και θα μιλάμε μόνοι μας με τον υπολογιστή λες και κάνουμε διάλογο με τον Γκάντι αυτοπροσώπως - άμα μας άπλωνε η οθόνη το ξερό της εκείνη τη στιγμή θα το χειροφιλούσαμε με ευλάβεια. Γιατί είναι ωραίο η τέχνη να μοιράζεται ρε φίλε, είναι υπέροχο πράμα αυτό που ο άλλος έχει βγάλει από τα σπλάχνα του μυαλού του να το βλέπεις εσύ και ξαφνικά το δωμάτιο να γεμίζει πυροτεχνήματα - και μετά να τρέχεις να τα προλάβεις και να τα μαζέψεις όλα μέσα σε ένα κουτί, σε έναν κανβά, σε λίγη σινική μελάνη, σε μία βελόνα και μία κλωστή. Είναι ωραίο ο αυτισμός του ενός να σκορπάει και να μπερδεύεται με τον αυτισμό των άλλων - δεν μπορείς να φανταστείς πόσων ειδών νέες αποχρώσεις δημιουργούνται στο σύμπαν.
Που και που βέβαια, σκάνε μύτη και τα κοκόρια τα ξιπασμένα, με τα λειριά τα κόκκινα, που δε μιλάνε σε κανένα, παρά μόνο για να πούνε πόσο όμορφα και κόκκινα είναι τα λειριά τους. Αρχίζουν να τσιμπολογούν στην αρχή κανα πυροτέχνημα από δω και κανένα από κει, ύστερα να ρίχνουν ένα σάλτο και να καβατζώνουνε -ντάξει μωρέ- και κανα ατόφιο κομμάτι στρακα-στρούκα (μικρό, μη φανταστείς), κι έπειτα να τα καταπίνουνε ολάκερα τα πυροτεχνήματα φιλαράκι, έτσι όπως σου το λέω ακριβώς, το έχω δει να γίνεται. Στο τέλος τα ξανα-φτύνουν και τα αμπαλάρουν σε πακετάκια φρέσκων αυγών, με σήμα εγγύησης και γνησιότητος (φυσικά) το κόκκινο και όμορφο και λαχταριστό λειρί τους.
Εμένα την αυτιστικιά που λες, μερικές φορές, δεν με ενοχλούν τόσο τα κοκόρια καθε αυτά, όσο τα λειριά τους που πάνε πέρα δώθε με τον άνεμο και κουνιούνται ασταμάτητα μέχρι να εντοπίσουν κανα πυροτέχνημα και να το καταπιούνε μονομιάς. Αλλά μετά τα λυπάμαι μωρέ… Γιατί σκέφτομαι… Δεν μπορείς να βάλεις έναν αυτιστικό και ένα κοκόρι μαζί στο ίδιο τραπέζι. Βασικά δεν μπορείς να τους βάλεις καν παρέα στην ίδια γειτονιά. Ο ένας θα ζωγραφίζει τους κύκλους του και θα χρωματίζει τ’ αστέρια στον μεσημεριανό ουρανό κι ο άλλος θα θαυμάζει το λειρί του στην κοντινότερη τζαμαρία.
Εμάς τους αυτιστικούς, μας αγαπάω επειδή έχουμε κώδικα. Σεβόμαστε. Υποκλινόμαστε. Παραδεχόμαστε. Ε, είμαστε και λίγο αλλοπρόσαλοι (ξέρω γω). Άντε και λίγο αλαφροϊσκιωτοι (ας πούμε). Ανήσυχοι και παρορμητικοί. Όμως, γνωρίζουμε και αναγνωρίζουμε ο ένας τον άλλον. Μπορούμε να καθόμαστε και να μιλάμε για μία κάλτσα με πάθος και ενθουσιασμό για σαράντα λεπτά - και ύστερα, άμα είναι κι άνοιξη, να γυρίσουμε και να τραβήξουμε φωτογραφία με περισσότερο ακόμα ενθουσιασμό, τα κρεμασμένα στην απέναντι ταράτσα σώβρακα του γείτονα. Είμαι πολύ περήφανη που ανήκω σ’ αυτή την ομάδα των ανθρώπων. Γιατί ανάμεσα στα άλλα, έχουμε και μερικά (εντάξει, κάμποσα) καμμένα κύτταρα, τα οποία τα κάψαμε, τα καίμε και θα συνεχίσουμε να τα καίμε με την αξία μας και με τον ιδρώτα μας, επειδή έτσι μας γουστάρει. Και γιατί όπου και να είμαστε, όπου και να βρισκόμαστε, πάντα, μα πάντα, θα πέφτουμε ο ένας πάνω στον άλλον.
Και τέλος πάντων, η αλήθεια είναι ότι ο μόνος κόκορας που συμπάθησα στη ζωή μου, ήταν ένας βραχνός, χοντρός και πολύχρωμος σαν το παγώνι που είχε η μάνα μου όταν πήγαινα σχολείο.
Έπεσε ένα μεσημέρι από τον τρίτο όροφο και τον φάγαμε κρασάτο.
Ξεκινάει η μέρα, κάθε μέρα, και στο μυαλό μας τριγυρνάνε χρώματα και σχήματα και σχέδια και υφές. Γυρίζουμε το κεφάλι στα δεξιά και βλέπουμε μία κάλτσα πολύχρωμη και τη θαυμάζουμε σαν έργο τέχνης - κι αυτό γίνεται επειδή, απλούστατα, στ’ αλήθεια ρε συ αυτή η κάλτσα είναι ένα έργο τέχνης. Ύστερα γυρίζουμε το κεφάλι στα αριστερά και βλέπουμε ένα τελάρο που στο φόντο του κάτι δε μας πάει καλά, ένα σκίτσο που κάτι στραβοκάθεται στην προοπτική του. Θα φάμε τριάντα, σαράντα, εξήντα ώρες να το φέρουμε εκεί που μας υπαγορεύει ο τρελοκαμπερισμός μας. Ύστερα μέσα σε 5 λεπτά θα παραβούμε κάθε φραγμό και υποτιθέμενο κανόνα - και μία φορά στις σαράντα το ουφ και ο ατελείωτος πειραματισμός θα μεταμορφωθούν σε ένα διαμαντάκι που δημουργήθηκε από ένα καθαρό ατύχημα, το δικό μας ατύχημα ρε φίλε, εμάς των αυτιστικών.
Μπαίνουμε και στο pinterest φυσικά, εννοείται ότι μπαίνουμε στο pinterest και στα blogs και στο etsy και στο γιουβέτσι. Και κοιτάζουμε, και σημειώνουμε, και θαυμάζουμε, και ζηλεύουμε, και κάτι θα βουτήξουμε από τον έναν, και κάτι θα μας σβουρίξει η γκλάβα μας βλέποντας τον άλλον, και θα μιλάμε μόνοι μας με τον υπολογιστή λες και κάνουμε διάλογο με τον Γκάντι αυτοπροσώπως - άμα μας άπλωνε η οθόνη το ξερό της εκείνη τη στιγμή θα το χειροφιλούσαμε με ευλάβεια. Γιατί είναι ωραίο η τέχνη να μοιράζεται ρε φίλε, είναι υπέροχο πράμα αυτό που ο άλλος έχει βγάλει από τα σπλάχνα του μυαλού του να το βλέπεις εσύ και ξαφνικά το δωμάτιο να γεμίζει πυροτεχνήματα - και μετά να τρέχεις να τα προλάβεις και να τα μαζέψεις όλα μέσα σε ένα κουτί, σε έναν κανβά, σε λίγη σινική μελάνη, σε μία βελόνα και μία κλωστή. Είναι ωραίο ο αυτισμός του ενός να σκορπάει και να μπερδεύεται με τον αυτισμό των άλλων - δεν μπορείς να φανταστείς πόσων ειδών νέες αποχρώσεις δημιουργούνται στο σύμπαν.
Που και που βέβαια, σκάνε μύτη και τα κοκόρια τα ξιπασμένα, με τα λειριά τα κόκκινα, που δε μιλάνε σε κανένα, παρά μόνο για να πούνε πόσο όμορφα και κόκκινα είναι τα λειριά τους. Αρχίζουν να τσιμπολογούν στην αρχή κανα πυροτέχνημα από δω και κανένα από κει, ύστερα να ρίχνουν ένα σάλτο και να καβατζώνουνε -ντάξει μωρέ- και κανα ατόφιο κομμάτι στρακα-στρούκα (μικρό, μη φανταστείς), κι έπειτα να τα καταπίνουνε ολάκερα τα πυροτεχνήματα φιλαράκι, έτσι όπως σου το λέω ακριβώς, το έχω δει να γίνεται. Στο τέλος τα ξανα-φτύνουν και τα αμπαλάρουν σε πακετάκια φρέσκων αυγών, με σήμα εγγύησης και γνησιότητος (φυσικά) το κόκκινο και όμορφο και λαχταριστό λειρί τους.
Εμένα την αυτιστικιά που λες, μερικές φορές, δεν με ενοχλούν τόσο τα κοκόρια καθε αυτά, όσο τα λειριά τους που πάνε πέρα δώθε με τον άνεμο και κουνιούνται ασταμάτητα μέχρι να εντοπίσουν κανα πυροτέχνημα και να το καταπιούνε μονομιάς. Αλλά μετά τα λυπάμαι μωρέ… Γιατί σκέφτομαι… Δεν μπορείς να βάλεις έναν αυτιστικό και ένα κοκόρι μαζί στο ίδιο τραπέζι. Βασικά δεν μπορείς να τους βάλεις καν παρέα στην ίδια γειτονιά. Ο ένας θα ζωγραφίζει τους κύκλους του και θα χρωματίζει τ’ αστέρια στον μεσημεριανό ουρανό κι ο άλλος θα θαυμάζει το λειρί του στην κοντινότερη τζαμαρία.
Εμάς τους αυτιστικούς, μας αγαπάω επειδή έχουμε κώδικα. Σεβόμαστε. Υποκλινόμαστε. Παραδεχόμαστε. Ε, είμαστε και λίγο αλλοπρόσαλοι (ξέρω γω). Άντε και λίγο αλαφροϊσκιωτοι (ας πούμε). Ανήσυχοι και παρορμητικοί. Όμως, γνωρίζουμε και αναγνωρίζουμε ο ένας τον άλλον. Μπορούμε να καθόμαστε και να μιλάμε για μία κάλτσα με πάθος και ενθουσιασμό για σαράντα λεπτά - και ύστερα, άμα είναι κι άνοιξη, να γυρίσουμε και να τραβήξουμε φωτογραφία με περισσότερο ακόμα ενθουσιασμό, τα κρεμασμένα στην απέναντι ταράτσα σώβρακα του γείτονα. Είμαι πολύ περήφανη που ανήκω σ’ αυτή την ομάδα των ανθρώπων. Γιατί ανάμεσα στα άλλα, έχουμε και μερικά (εντάξει, κάμποσα) καμμένα κύτταρα, τα οποία τα κάψαμε, τα καίμε και θα συνεχίσουμε να τα καίμε με την αξία μας και με τον ιδρώτα μας, επειδή έτσι μας γουστάρει. Και γιατί όπου και να είμαστε, όπου και να βρισκόμαστε, πάντα, μα πάντα, θα πέφτουμε ο ένας πάνω στον άλλον.
Και τέλος πάντων, η αλήθεια είναι ότι ο μόνος κόκορας που συμπάθησα στη ζωή μου, ήταν ένας βραχνός, χοντρός και πολύχρωμος σαν το παγώνι που είχε η μάνα μου όταν πήγαινα σχολείο.
Έπεσε ένα μεσημέρι από τον τρίτο όροφο και τον φάγαμε κρασάτο.
posted by mindstripper @ 6/30/2017 12:53:00 am
2 Comments:
Χαιρετίσματα από μια αυτιστική από τα παλιά, mindstripper μου. Ο Ανέστης υπάρχει ακόμα;
Υπάρχει, υπάρχει, είναι 6 χρονών και στο μεταξύ βρεθήκανε να του κάνουνε παρέα κι άλλες δύο τσούπρες τώρα πια. Χαιρετισμούς πολλούς και άλλα τόσα φιλιά βρε Τυπάκι, να είσαι καλά. :)
Post a Comment
<< Home