Ανέστης
Ήτανε μέρα ηλιόλουστη. 4 Οκτώβρη. Κάποια δουλειά ακυρώθηκε και με την ελευθερία προγραμματισμού που μου παρέχει η εδώ ζωή σε σχέση με την Αθήνα, μπήκα στο αυτοκίνητο και αντί να πάρω το δρόμο της επιστροφής για το σπίτι πήρα τον αντίθετο, προς τα πάνω. Προς τα βουνά. 5 λεπτά οδήγηση για να βγεις στο δάσος. Πες ότι βγήκες να πάρεις τσιγάρα.Ανεβαίνοντας στα μέρη που κάποτε πιτσιρίκια οι καθηγητές στο Γυμνάσιο μας πήγαιναν εκδρομή, είδα στο τέλος του ασφαλτοστρωμένου δρόμου να ξανοίγεται μεγάλος χωματόδρομος. "Μπα", σκέφτηκα, "τούτο είναι καινούργιο". Κατέβασα ταχύτητα, μπήκα μέσα, συνέχισα να οδηγώ σαν τη χελώνα. Το βουνό στ' αριστερά μου. Δεξιά μου η πόλη, πιο πέρα ο κάμπος, ακόμα πιο πέρα το μπλε της θάλασσας. Σε μερικά σημεία ο δρόμος είχε μεγάλες προεξοχές κι έτσι πήρα την απόφαση να σταματήσω σε μία απ' αυτές, να κάτσω λίγο να λιαστώ και να χαζέψω τη θέα. Από κει πάνω φαινότανε και το γήπεδο και άκουγα τις φωνές των παιδιών που έπαιζαν ποδόσφαιρο ν' ανηφορίζουν το βουνό σαν να ήταν όλοι δίπλα μου. Χαμόγελο. Μνήμες. Και ζέστη από τον ήλιο στο πρόσωπό μου. Στιγμές φάρμακο.
Ξαφνικά άκουσα κλάμα ζώου. Τρόμαξα, κοίταξα γύρω μου ερευνητικά. Πίσω μου καμμιά δεκαριά μέτρα δρόμος, ακόμα πιο πίσω ψηλά βράχια κι από πάνω το δάσος. Ένα αγροτικό κατέβαινε το δρόμο, το πρώτο αυτοκίνητο που έβλεπα εδώ και πολύ ώρα μπροστά μου. Ο οδηγός με κοίταξε περίεργα. Δεν έδωσα σημασία καθώς άκουσα το κλάμα να αντηχεί ακόμα πιο δυνατό. "Παναγιά μου, πάτησα κάποια γάτα", η πρώτη σκέψη που μου ήρθε στο μυαλό. Γονάτισα επί τόπου, άρχισα να γυροφέρνω το αυτοκίνητο, πήγα πρώτα από το πλάι, ύστερα από την πίσω μεριά, το αγροτικό είχε προσπεράσει και επικρατούσε πλέον ησυχία μα εγώ δεν έβλεπα τίποτα. Κάπως ησύχασα. "Όχι, δεν πάτησα τίποτα". Σηκώθηκα, τίναξα το παντελόνι μου από τα χώματα. Ευθύς αμέσως άκουσα ξανά το ουρλιαχτό ακόμα πιο δυνατό αλλά αυτή τη φορά κατάλαβα ότι δεν ακουγόταν από δίπλα μου, αλλά προερχόταν από πίσω μου, πέρα από το δρόμο, πάνω στο βουνό.
Γύρισα και κοίταξα ψηλά, είδα μία μαύρη βούλα να χοροπηδάει μέσα στα ξερόχορτα και τις στοίβες από τα ξερά κλαδιά, εκεί πάνω στην αρχή του δάσους. Έτρεχε από τη μία μεριά στην άλλη στην ακριά των βράχων, έκλαιγε με όλη του τη δύναμη και σαν με πήρε χαμπάρι ότι είχα στρέψει την προσοχή μου πάνω του σταμάτησε και σήκωσε το κεφάλι του προς τον ουρανό, ουρλιάζοντας σα δαιμονισμένο. Ήταν ένα τόσο δα μικρό σκυλάκι. Τά 'χασα, δεν ήξερα τί να κάνω.
Πέρασα απέναντι, πήγα κάτω από τους βράχους, άρχισα να ψάχνω πέρασμα να σκαρφαλώσω πάνω. Το ζωντανό έκλαιγε ασταμάτητα κι έκανε γύρους πάνω από το κεφάλι μου. "Σταμάτα ντε, έρχομαι." Τα βράχια ήτανε ψηλά, πάνω από 3-4 μέτρα. Κάπου άρχισα να το προσπαθώ, ύστερα πισωπάτησα. "Θα γκρεμοτσακιστείς μωρή με τις μαγκιές σου, σκέψου άλλον τρόπο, δεν πήγε το ζωντανό εκεί πάνω μόνο του, πρέπει να υπάρχει πρόσβαση κι από άλλη μεριά." Θυμήθηκα πως ανεβαίνοντας είχα δει μία ανηφόρα στ' αριστερά μου κι αυτή χωμάτινη. Μπήκα στ' αυτοκίνητο, το ζώο έκλαιγε και ούρλιαζε μαζί, του φώναξα δυνατά "Περίμενε, έρχομαι, σταμάτα να φωνάζεις." Λες και θα με καταλάβαινε. Έβαλα μπρος κι έφυγα.
Ανέβηκα λοιπόν στην πίσω μεριά, βρήκα ένα ξέφωτο, με δρομάκια να ξεκινάνε προς όλες τις μεριές, δρομάκια που αυτοκίνητο δεν έβαζες μέσα εκτός κι αν ήθελες την επόμενη μέρα να το πας για απόσυρση. Προσανατολίστηκα νοητά, μπήκα μέσα στο δάσος, στ' αριστερά μου είδα καμμιά εικοσαριά μελίσσια στη σειρά, σαν τη χαζή έσκυψα το κεφάλι προς τα κάτω και απέφυγα την οπτική επαφή, συνέχισα την πορεία μου με γοργό βήμα εκεί που υπέθετα ότι θα έβρισκα το ζωντανό, στο τέλος του δάσους. Άρχισα να σφυρίζω και να το καλώ κοντά μου, περίμενα ν' ακούσω κάποιο κλάμα ξανά ώστε να ξέρω ότι πήγαινα προς τη σωστή κατεύθυνση. Τίποτα. Εκεί που σκεφτόμουν ότι χάθηκα, διέκρινα μέσα στο φώς που ερχόταν από την άκρη του δάσους τις στοίβες με τα ξερά κλαδιά. Ήμουν στο σωστό δρόμο αλλά δεν άκουγα καμμία απάντηση στις φωνές μου. Περίεργο.
Είχα φτάσει σχεδόν στην άκρη όταν είδα ένα μικροσκοπικό κουτάβι να κατευθύνεται με γοργά βήματα προς τα πάνω μου με τα αυτιά κατεβασμένα και τα μάτια του να κοιτάνε απ' ευθείας μέσα στα δικά μου. Έσκυψα, το μάζεψα και το φάσκιωσα σε ένα αδιάβροχο που είχα πάρει μαζί μου. Το πήρα αγκαλιά, μαζεύτηκε κουλούρι, άρχισε να μουγκρίζει από ευχαρίστηση, δεν γάβγισε, δεν έκλαψε, δεν έκανε κιχ, μόνο μούγκριζε όλη την ώρα, η κοιλίτσα του πρησμένη τούμπανο κι αυτό μια σταλιά πλασματάκι που αφέθηκε σε ένα ζευγάρι άγνωστα ανθρώπινα χέρια να το περιμαζέψουν από τη μέση του πουθενά.
Στο αυτοκίνητο δεν έβγαλε τσιμουδιά. Έφτασα στο σπίτι, τον πήρα στα χέρια, τον πήγα στην κτηνίατρο που είναι δύο τετράγωνα πιο δίπλα. "Το έχουν παρατημένο, του έχουν κόψει και τα μουστάκια για να μη βρει το δρόμο πίσω, κοίταξε..." μου είπε η κοπέλα και μου έδειξε τη μουσούδα του. "Είναι δεν είναι ενός μηνών. Η κοιλίτσα του είναι πρησμένη απο ασιτία", συμπλήρωσε. Μου έδωσε τροφή, κάτι αντιπαρασιτικά, άρχισα να σκέφτομαι ότι εδώ έπρεπε πλέον να πάρω απόφαση. Αυτό που ξέρω τώρα, καθώς φέρνω όλ' αυτά πάλι στο νου μου, είναι ότι την απόφαση την είχα ήδη πάρει τη στιγμή που το είδα να με πλησιάζει τρέχοντας βουβό προς το μέρος μου μέσα στο δάσος, με τα ματάκια του να με κοιτούν κατάματα. Θα το κρατούσα. Κι έτσι, για πρώτη φορά στη ζωή μου και μετά από τόσα χρόνια που απέφευγα να πάρω έναν σκύλο, λόγω ακαταστασίας ωραρίου και ελλείψεως εξωτερικών χώρων, την πάτησα μεγαλοπρεπέστατα. Είναι αυτό που παθαίνεις μερικές φορές, που όσο περισσότερο αποφεύγεις κάτι στη ζωή σου παρ' ότι το αγαπάς, αυτό τελικά έρχεται και σε βρίσκει από μόνο του.
Ο Ανέστης κοντεύει τριών μηνών και θεριεύει μέρα με τη μέρα. Είναι τώρα εδώ δίπλα μου και ροχαλίζει κανονικότατα. Όταν τον παίρνω αγκαλιά και τον χαϊδεύω εξακολουθεί να μουγκρίζει. Του αρέσει να κάθεται μπροστά στη θερμάστρα, να κολάει τη μύτη του μερικές φορές πάνω, να ψιλο-καίγεται και να κλαίει χαμηλόφωνα. Του αρέσουν και οι βόλτες με το αυτοκίνητο. Συνήθως πάμε τις βόλτες μας στο βουνό παρέα και μετά κάθεται στη θέση του συνοδηγού και ρίχνει ξεγυρισμένους ύπνους μέχρι να τελειώσω τα ψώνια μου από το σουπερ μάρκετ. Αγαπάει πολύ τους ανθρώπους και φοβάται να κατεβαίνει τα σκαλιά. Πολλές φορές, κάθεται στα δύο μέτρα μακρυά μου, εκεί που πλένω τα πιάτα στην κουζίνα και με κοιτάει με τις αυτάρες του ψηλά μέχρι να τελειώσω και να επιστρέψουμε αυτός στο μαξιλάρι του κι εγώ στον υπολογιστή παραδίπλα.
Κι όπως μου είπε κάποιος φίλος, τελικά δεν ξέρουμε και -συμπληρώνω κι εγώ- δεν θα μάθουμε ποτέ, ποιός από τους δυο μας ήταν ο πιο τυχερός εκείνη την ημέρα που τον βρήκα στο δάσος: εκείνος ή εγώ.
posted by mindstripper @ 11/19/2011 01:13:00 pm
17 Comments:
Είναι γλύκας! :)
Είστε κι οι δυο τυχεροί, που βρήκατε ο ένας τον άλλο ;)
που να τον δεις κι από κοντά, η ευγνωμοσύνη κι απόλυτη εξάρτηση που έχουν με τον άνθρωπο τα σκυλιά σε κάνει να νομίζεις ότι έχεις πάντα ένα μωρό υπό προστασία, τυχεροί κι οι 2 είστε, φιλιά και στους δυό σας
υ.γ.: αυτός μεγαλώνει μέρα με τη μέρα ρε συ - τρώει ακόμη παντόφλες;
τι φοβερό κουτάβι είναι τούτο! κι αφού αναρωτιέσαι ποιός είναι πιό τυχερός είναι φανερό πως ο πιό τυχερός είσαι εσύ :)
φιλιά στο μουσούδι του
Renata, την έχουμε (στο) βουνό την τύχη μας κανονικά. :P
Blueprints, τα κρατάμε τα φιλιά. Και που να δεις, έχει μεγαλώσει κι άλλο. Και παντόφλες τρώει και παντοφλιές.
Mamma, και μένα κάπως έτσι μου φαίνεται. Θα του τα δώκω. :)
"Αγαπάει πολύ τους ανθρώπους"
Σκέφτομαι πόσο κακός και άδικος γίνεται ο άνθρωπος. Καταδυναστεύει κακοποιεί όχι μόνο τα αθώα ζώα αλλά και το συνάνθρωπο του.
Ο Ανέστης θα σου είναι ευγνώμων.
ΕΥΓΕ ΣΟΥ πολύ το χάρηκα!!!
Φιλί και Γλαρένιες αγκαλιές
Του έχουν κόψει και τα μουστάκια για να μη βρει το δρόμο πίσω... Εκεί με τσάκισες στο λέω.
Ύστερα βέβαια "συνήλθα" και σκέφτηκα πάλι καλά που έκαναν μόνο αυτό.
Άντε τυχεράκια! Μεγάλη υπόθεση ο Ανέστης, το ξέρω εκ πείρας.
Μπράβο ρε καμάρι.. μπράβο. Να 'στε κι οι δυο καλά. Δως του αγκαλιές και κουτουλιές στη μουσούδα.
Φιλιά πολλά και γατίσιες πατουσιές απ' τα θηριάκια μου επίσης.
Ήθελα να την ακούσω από κοντά αυτή την ιστορία, αλλά πολύ την χάρηκα κι από εδώ.
"Σταμάτα ντε, έρχομαι." Σα να σε ακούω, χεχε. Σε κατάλαβε απ' την αρχή κι αυτό, μη νομίζεις - δε θα ξαναπήγαινε όπου κι όπου. Φάτσα!
μήνυμα ελήφθη.θα πάρω παλιές παντόφλες μαζί μου.over.
Ανέστης!
Τέλειο :)
Καλά να τα περνάτε!
Φύρδην-Μίγδην, όταν πάμε βόλτα και βλέπει οποιονδήποτε άνθρωπο σε απόσταση 7-8 μέτρων κοκκαλώνει και αρχίζει ναι κουνάει την ουρά. Από τότε που τον βρήκα πολλοί φίλοι μου έχουν πει ότι θα προτιμούσαν να έχουν αδέσποτα από το να αγοραζουν σκυλιά ράτσας και τα σχετικά. Όπως και νά 'χει, με τον Ανέστη και οι δύο αδέσποτοι είμαστε, ταιριάξαμε. Να είσαι καλά. :)
Τύπε, άμα σου πω ότι εσένα σκεφτόμουν περισσότερο όταν έγραφα αυτό το ποστ; Εμ, βέβαια, εσύ κι αν το ξέρεις εκ πειρας. Πολλά φιλιά και βάστα γερά εκεί κάτω, δεν μπορεί θα γυρίσει το χαρτί και για σένα και τα θηριάκια σου.
Wisdom, από κοντά θα τον δεις και θα τον καταλάβεις. Πάρε παλιές παντόφλες, πάρε και παπούτσια χωρίς κορδόνια επίσης. :P
Ζήση, έχω φάει πολύ κράξιμο με το όνομα. Μόνο ένας φίλος τό 'πιασε με τη μία όταν του έλεγα την ιστορία και τον είδε κι από κοντά. Φιλιά εκεί στα νότια.
Αχ, τα έμαθα τα έμαθα και από πρώτο χέρι και ζήλεψα πολύ!!!
πολύ χαίρομαι με τα νέα σου.
καλορίζικος ο Ανέστης, να είστε καλά
είναι απλά.. υπέροχος!
όπως και το ότι βρήκατε ο ένας τον άλλο..
τα φιλιά μου.
Μπράβο!
Παύλε, μέχρι να τον δεις εσύ από κοντά θα έχει γίνει ίσαμε τη δικιά σου. Θέμα 3-4 μηνών είναι απ' ότι το βλέπω.
Alex, γεια σου κοπελιά, χαίρομαι κι εγώ που σε βλέπω απο δω. Σημειωτέον ότι αγαπάει και τα παιδιά, ε; Ελπίζω να είστε καλά εκεί κάτω, φιλιά πολλά.
Efoudi, όντως, έτσι είναι. Μια ιστορία που θα έχω να την λέω απο δω και στο εξής. :)
Vam33, :))
Τι κούταβος κούκλος είναι αυτός!!!
Φιλιά mind! :)
Καλή χρονιά κούκλα!
Σταυροδρόμι, και που να δεις πώς έχει γίνει τώρα που είναι τεσσέρων μηνών. Φιλιά, καλή χρονιά! :)
0com, καλή σου χρονιά φίλε μου. Είχες δίκιο γι αυτά που έλεγες, τα πράγματα εδώ έχουν αρχίσει και πάνε πρίμα. Φιλιά πολλά. :)
Post a Comment
<< Home