@Gmail
@Our magic bus
@Twitter

Previous Posts

Sunday, April 20, 2008

Της Κυριακής τα όνειρα

Πάνε 9 μήνες που η γιαγιά μου πέθανε. Όσο καιρό θέλει μία μαμά να γεννήσει.
Πριν λίγο καιρό μίλησα με τη μάνα μου:

"Εσύ τη βλέπεις στον ύπνο σου;"
"Ναι, τη βλέπω συνέχεια. Έρχεται, μου μιλάει, μου χαϊδεύει το κεφάλι, μου λέει τί να κάνω στα δύσκολα. Τη βλέπεις κι εσύ;"
"...όχι."

Χτες είδα στον ύπνο μου ότι έσκαβα στο χώμα με τα χέρια μου. Χώμα καφέ σκούρο, πεντακάθαρο από πέτρες και ό,τι άλλο, βαρύ, και στην υφή του βελούδινο και δροσερό, σαν το νερό που τρέχει αβίαστα. Έσκαβα, έσκαβα, μέχρι που έφτασα στις άκρες ξύλου σκαλισμένου, άρχισα να το καθαρίζω από τα χώματα με τα ακροδάχυλά μου, ήμουνα χαρούμενη, καθόλου κουρασμένη, ήξερα που είχα φτάσει, αυτός ήτανε ο σκοπός.

Άνοιξα τον τάφο της γιαγιάς μου και η γιαγιά μου ζωντάνεψε πάλι. Μπήκε στο σπίτι, στρουμπουλή, μέσα στα μαύρα της, με τη μαντήλα στο κεφάλι και τη φωνή του παιδιού που γέμιζε τα δωμάτια. Την έβλεπα να περπατάει σχεδόν χοροπηδηχτά από το ένα δωμάτιο στο άλλο, εγώ δεν ξέρω αν είχα γίνει πάλι παιδί, αλλά έτσι αισθανόμουνα, άκουγα τη φωνή μου μέσα στο χώρο μαζί με τη δική της, με φώναζε να πάω κοντά της. Έξω είχε άνοιξη και φως, η πόρτα του σπιτιού ήτανε ορθάνοιχτη με την κουρτίνα να ανεμίζει στο αεράκι, ο κήπος μύριζε τριαντάφυλλα, η κληματαριά είχε ρίξει τον ίσκιο της πάνω από την αυλή.

Ξύπνησα μέσα στον ιδρώτα, με έντονη ταχυπαλμία. Το όνειρο έφευγε κι εγώ πάλευα μάταια να κρατηθώ από πάνω του. Ήθελα να βουλιάξω πάλι μέσα του και να πέσω να κοιμηθώ δίπλα στη γιαγιά μου, στο κρεββάτι το διπλό, στο δωμάτιο που το κουβαλάω μέσα μου όχι πια όπως ήτανε, αλλά όπως έχει γίνει, όπως ανασαίνει μόνο του κάθε βράδυ μέσα στη σιωπή.

Δεν πρόλαβα να την πενθήσω. Ήμουν θυμωμένη με όλους και με όλα. Ήμουν γαντζωμένη πάνω σε δημιουργήματα της φαντασίας μου. Θα ήθελα να περάσω το δέρμα κάτω από τα νύχια μου με χλωρίνη μέχρι να ματώσουν, να απολυμάνω τον εαυτό μου, να αποστειρώσω κάθε του χιλιοστό. Αλλά η ζωή έχει τον δικό της τρόπο να δείχνει πάντα την έξοδο. Το βασικό είναι να μη χρειάζεσαι μεταφραστή γι αυτό.

Ο θυμός έχει σχεδόν εγκαταλείψει την ψυχή μου πια. Έχει μείνει μόνο πικρία. Και απέχθεια, αλλά ακόμα κι αυτή είναι άξια περιφρόνησης.

Χτες περπάτησα κοντά δύο ώρες. Όταν το κεφάλι καθαρίζει τότε το μόνο που αισθάνομαι πάνω μου είναι δύο μάτια ανοιγμένα διάπλατα σαν πνευμόνια, που προσπαθούν να ρουφήξουν όλες τις εικόνες και τις μυρωδιές που συναντάνε στο διάβα τους. Όπως εκείνα τα χρόνια, όταν έσπρωχνα με όλη μου τη δύναμη κάθε φορά τη σιδερένια αυλόπορτα και ορμούσα μέσα σε κείνο που θεωρούσα το μοναδικό μου σπίτι.

Τα όνειρα της Κυριακής βγαίνουν αληθινά, έτσι έλεγε πάντα η γιαγιά μου.
Μπορεί να είχε και δίκιο.

posted by mindstripper @ 4/20/2008 01:02:00 pm

0 Comments:

Post a Comment

Subscribe to Post Comments [Atom]
<< Home