@Gmail
@Our magic bus
@Twitter

Previous Posts

Tuesday, February 03, 2009

Are we human?

Με τον Γ., τον αδερφό της φίλης μου της Β. δεν είμασταν ποτέ φίλοι και δεν κάναμε ποτέ κολλητή παρέα. Όταν όμως μεγαλώνεις στην επαρχία κι έπειτα, ενήλικα πια, σε ρουφάνε τα φώτα και η ζωή της πόλης, τότε με κάποιον περίεργο τρόπο όλες οι μορφές που σε συντρόφεψαν ακόμα και στον πιο μικρό βαθμό, γίνονται αναπόσπαστο κομμάτι εκείνου του παλιού, κιτρινισμένου κόσμου που κρατάς κλειδωμένο στα τρίσβαθα της ψυχής σου.

Είμασταν για βόλτα στην Ερμού όταν χτύπησε το κινητό της φίλης μου. Στην αρχή δεν έδωσα σημασία, έτσι κι αλλιώς μπορεί και να ήταν η τρίτη φορά που χτυπούσε το ρημάδι μέσα στα 20 λεπτά που είχαμε ξεκινήσει τη βόλτα μας. Όταν όμως την άκουσα να απευθύνει την ερώτηση "Σε ποιο νοσοκομείο;" στο συνομιλητή της σηκώθηκα όρθια, σχεδόν πάνω από το κεφάλι της, προσπαθώντας να διασταυρώσω το βλέμμα μου με το δικό της, για να καταλάβω τί ακριβώς είχε γίνει.

Σε μισή ώρα είμασταν εκεί, πριν ακόμα φτάσει το ασθενοφόρο με τον αδερφό της μέσα. Η εισαγωγή ήταν σχετικά ανώδυνη διαδικασία, πράγμα φυσικό κι επόμενο για ιδιωτικό νοσοκομείο. Ο Γ. με το πέρασμα της ώρας είχε κάπως ξεθαρρέψει, στα μάτια του όμως ο φόβος ήτανε ζωγραφισμένος διάσπαρτος και κυρίαρχος. Η ψυχολογία του συνετριμμένη, προφανώς από την άσχημη σωματική του κατάσταση, τα συμπτώματα της οποίας ήτανε έντονη τάση λιγοθυμιάς, εμετού και ιδρώτα. Ή έτσι νόμιζα.

Μετά τη μεταφορά του αδερφού της στο δωμάτιο, η Β. δεν χρειάστηκε να ψάξει για γιατρό πολλή ώρα. Όμως αυτό το διάστημα ήταν αρκετό για να ανταλλάξουμε με τον Γ. λίγες κουβέντες μικρές που περιείχαν μέσα τους μία ολόκληρη ζωή. Μου είπε για το πόσο πιεσμένος αισθάνεται μέσα στην οικογένεια και τις καθημερινές του υποχρεώσεις, μου είπε για τις φοβίες που τον πιάνουνε από τότε που ο παιδικός του φίλος πέθανε πριν λίγους μήνες, μου περιέγραψε τον αγώνα που κάνει τα τελευταία είκοσι χρόνια της ζωής του να ανταπεξέλθει στις προσδοκίες των άλλων. Ήταν πράγματα που έτσι κι αλλιώς τα ήξερα από την Β., όμως εκείνη τη στιγμή οι εκμυστηρεύσεις του μου έδιναν επιτέλους το δικαίωμα να του εκφράσω την προσωπική μου άποψη γι αυτά.

Αντί να του δώσω μια αρμαθιά συμβουλές του είπα με λίγες κουβέντες για τις δικές μου φοβίες, τις δικές μου απώλειες, τη δική μου νύχτα μέσα στο θάλαμο των έξι, μαζί με εκείνη τη γυναίκα που έκλαιγε υστερικά και κάθε τόσο ρωτούσε αν κάποιος πίσω στο σπίτι έχει μείνει να φροντίσει το σκύλο της.

"Αυτό που θέλω να σου πω ουσιαστικά, είναι πως έτσι είναι ετούτο το τριπάκι, προχωράει με τον ίδιο τρόπο για όλους μας. Κι αν όλα τα υπόλοιπα εξαφανιστούν, αυτό θα παραμείνει έτσι στους αιώνες των αιώνων."

Φεύγοντας από το νοσοκομείο το μυαλό μου ήτανε γεμάτο από εκείνες τις εικόνες όταν είμασταν παιδιά, τότε που πήγαινα να πάρω τη Β. από το σπίτι να πάμε φροντιστήριο κι ο Γ. ήτανε με μία πάστα στο χέρι έτοιμος να ανέβει στο γήπεδο να κάνει στίβο ή να πάει να παίξει μπάλα. Τότε που το σαλόνι του σπιτιού τους είχε σε γωνιές δικούς του πίνακες και που η αγάπη του για τη μουσική γέμιζε με κασσέτες το υπνοδωμάτιο που μοιραζόταν με την αδερφή του.

Κι έτσι ξαφνικά, κατάλαβα γιατί αγαπάω αυτό το κομμάτι τόσο, μα τόσο πολύ.

Αφιερωμένο σ' αυτούς που νομίζουν πως μεγάλωσαν χωρίς να το καταλάβουν, και στους άλλους που η άρνησή τους να το κάνουν δεν έχει απολύτως καμμία σημασία. Αν δε δώσεις την ευκαιρία στο παρόν να θέσει υποψηφιότητα ως καλύτερο παρελθόν, τότε ποτέ δεν θα μάθεις για τις Νύχτες Πρεμιέρας που έφυγαν.

posted by mindstripper @ 2/03/2009 02:07:00 am

1 Comments:

Blogger lakis said...

:)

2/03/2009 05:58:00 am  

Post a Comment

Subscribe to Post Comments [Atom]
<< Home